Σάββατο 11 Απριλίου 2020

Οι Μαϋτιανοί μαστόροι

                                                               ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

                                                                   ΠΑΛΙΑ ΜΑΫΤΟ

 Την τέχνη του sovici οι Μαϋτιανοί την κατέχουμε και την ασκούμε αιώνες τώρα. Την κουβαλάμε μέσα μας ως ιστορική μνήμη.
Από τις απαρχές του 19αι. που είναι οι πρώτες καταγραφές, ίσως και πολύ πολύ παλιότερα,  οι πρόγονοί μας ασκούσαν  την τέχνη του κτίστη-σοβατζή  σε όλα τα παράλια της Μικράς Ασίας, στη Σμύρνη και στην Πόλη.
  Μια φορά και έναν καιρό πριν δύο αιώνες λοιπόν, ήταν στην Πόλη και μεγαλουργούσαν τρία τέκνα της Μαδύτου που ήταν αρχιτέκτονες. Ο Χατζηανδρέας και οι αδερφοί Γαϊτανάκη με πρώτο και καλύτερο τον Χατζηστεφανή Γαϊτανάκη. Η δουλειά τους, τους είχε κάνει διάσημους και περιζήτητους εκείνη την εποχή. Αναλάμβαναν πολλά και μεγάλα έργα και έβαζαν την σφραγίδα τους στην ανοικοδόμηση της Πόλης, η οποία έμπαινε με γρήγορους ρυθμούς στον 19ο αιώνα. 
 Φυσικά σε όλα τα έργα τους χρησιμοποιούσαν τους Μαϋτιανούς μαστόρους και τις κομπανίες τους που έφερναν από τη Μάυτο.
Η φήμη όλης αυτής της δουλειάς έφτασε μέχρι το Σεράι και τα αυτιά του Σουλτάν-Μεζήτ. Το 1840 περίπου, ο Χατζηστεφανής Γαϊτανάκης προφανώς με την ανάλογη διαπλοκή, με μπαξίσια και με ρεγάλα,  χρίστηκε αυτοκρατορικός αρχιτέκτονας και αναλάμβανε πλέον να περατώσει όλα τα δημόσια έργα του Οθωμανικού κράτους στην Πόλη και στην περιφέρεια της.  
 Σχολές, γέφυρες, λιμάνια δρόμοι, νοσοκομεία και κατοικίες ήταν τα έργα που έβαζαν την τέχνη τους και οικοδομούσαν οι μαστόροι της Μάυτος. Κάποια στιγμή το ισνάφι τους είχε γραμμένους χίλιους νοματαίους. Παραγιοί και καλφάδες, μεμονωμένοι ή οργανωμένοι  σε κομπανίες. Κτίστες,σοβατζήδες, ξυλουργοί.
Οι λεγόμενες κομπανίες ήταν μπουλούκια, συνεργεία δηλαδή, απαρτιζόμενα από παραγιούς, μαστόρους και καλφάδες, οργανωμένες στην κατ αρχήν ισότητα. Το έργο και την συμφωνία την διαπραγματεύονταν ο Κάλφας. Τα χρήματα της αμοιβής έβγαιναν σε ίσα μερίδια για όλη την κομπανία. Όμως  μερίδιο έβγαινε για τα ζώα που συμμετείχαν στο έργο, δηλαδή στον ιδιοκτήτη τους και μερίδιο για τα εργαλεία. Οπότε στην ουσία αυτοί που έβαζαν το κεφάλαιο  και τα μέσα για την αποπεράτωση του έργου, έπαιρναν περισσότερα από το βασικό μοιράδι που τους αναλογούσε. 
 Τότε ακόμα δεν είχε επικρατήσει ως αυτοσκοπός το υπερκέρδος και η μεγιστοποίηση του. Αυτή ήταν μια αρχή που χαρακτήριζε όλες τις οικοδομικές κομπανίες που ξεκινούσαν από τα Μαστοροχώρια, το Ζαγόρι, την Αιανή ή από οπουδήποτε στα Βαλκάνια για να τα οικοδομήσουν. Συναδελφικότητα  και αλληλεγγύη μιας βαριάς δουλειάς, που ίσως να ήταν ο πρόδρομος σπόρος του δυνατού συνδικαλιστικού κινήματος που αναπτύχθηκε τον 20ο αιώνα. 
 Η φήμη της δουλειάς τους ήταν μεγάλη και όλοι ήταν περιζήτητοι. Τα πιο περίτεχνα και μεγάλα έργα τα έφτιαχναν Μαϋτιανοί μαστόροι
 Η πιάτσα τους ήταν στη Βλάγκα στο σημερινό Yenikapi, το παλιό Βυζαντινό Θεοδοσιανό λιμάνι που ανακάλυψε η εκσκαφή για την είσοδο του υποθαλάσσιου τούνελ του Βοσπόρου. Εκεί έμεναν και σύχναζαν στο ισνάφ καφεσί τους. Ήταν τόσο μεγάλη η  Μαϋτιανή παροικία εκεί, που έφτασε κάποια στιγμή να ελέγχει και τα κοινά της περιοχής. Εκεί έχτισαν με προσωπική δουλειά την "Λέσχη των Μαδυτίων", που στέγαζε τα γραφεία του πατριωτικού σωματείου ο "Ελλήσποντος".
Εκεί λοιπόν, στο ισνάφ καφεσί τους έφτανε και από κει ξεκινούσε η αλληλογραφία με την Μάδυτο που την διεκπεραίωναν οι αμανετσήδες.
Γράμματα, χρήματα και δέματα πηγαινοέρχονταν σε καθημερινή βάση.
Όλοι αυτοί λοιπόν οι οικοδόμοι, ξεκινούσαν από τη Μάδυτο αμέσως μετά τις απόκριες και επέστρεφαν λίγο πριν τα Χριστούγεννα. Κάποιοι γύριζαν για λίγο και στο μεγάλο πανηγύρι του χωριού στα εννιάμερα της Παναγίας. Να δουν λίγο τα αμπέλια και τις οικογένειες, να δώσουν λόγο, να αρραβωνιαστούν, να παντρευτούν.
Υπολογίζεται ότι στην Μάδυτο έφταναν περίπου 400-500 χρυσές λίρες το μήνα από τον κόπο των μαστόρων και γι΄αυτό η μεγάλη ευημερία της σε σχέση με τις γειτονικές πόλεις.
 Εκτός από την Πόλη όμως οι μαστόροι σκορπίζονταν και σε άλλα μέρη. Στα Δαρδανέλια κάθε μέρα τα "Μαστόρικα" καΐκια ξεφόρτωναν κάθε πρωί τη μαστοράντζα που αμολιόταν να χτίσει την πόλη, όπως αργότερα τα εργατικά λεωφορεία. Άλλοι δούλευαν στην Σμύρνη. Ο παππούς μου ο Χαλιάλιος έλεγε ότι η Σμύρνη μπορεί να αγοράσει την Πόλη δυο φορές! Τόσο πλούτο είχε!
Στην Ι.Μ. Ξηροποτάμου στο Άγιο Όρος, πάνω από την είσοδο της Τράπεζας που είναι από τα παλιότερα κτήρια της μονής, έχει ανάγλυφη επιγραφή που λέει ότι το παρόν κτήριο το έχτισαν Μαδυτινοί μαστόροι. Οι περίεργοι καλογέροι της συγκεκριμένης μονής όμως δεν με άφησαν να την φωτογραφίσω. Και φαντάζομαι σε πλείστα άλλα σημεία των Βαλκανίων θα υπάρχουν έργα φτιαγμένα από τα χέρια των παππούδων μας  και ίσως τέτοιου είδους επιγραφές.
   Ταξιδεμένοι άνθρωποι και κοσμοπολίτες μέσω της δουλειάς τους. Μαζί με την τέχνη τους μας κληρονόμησαν κι αυτό. Την μετακίνηση για να ασκήσουμε την τέχνη μας, είτε σε κοντινές ημερήσιες αποστάσεις είτε στην ξενιτιά, εσωτερική και εξωτερική. Και που δεν έχει πατήσει το ποδάρι του ο Μαϋτιανός σοβατζής μέσα στην Ελλάδα!
Μετά τον ξεριζωμό και την ανταλλαγή του εικοσιδύο, πολλοί απ΄αυτούς τους μαστόρους έμειναν στη Βλάγκα αφού οι Χριστιανοί της Πόλης και οι Μωαμεθανοί της Δ. Θράκης εξαιρέθηκαν της ανταλλαγής και έτσι συνέχισαν εκεί το έργο τους.
Αυτοί που έμειναν εκεί συνέχιζαν να ανοικοδομούν για την νέα Τουρκία. Το 1923 και φυσικά λόγω ανυπαρξίας Τούρκων μαστόρων,  κάποιοι απ΄αυτούς τους Μαϋτιανούς, κλήθηκαν να χτίσουν το πρώτο κτήριο στη νέα πρωτεύουσα του Τούρκικου κράτους την Άγκυρα, το κτήριο της Μεγάλης Εθνοσυνέλευσης. Μετέβησαν εκεί υπό την εγγύηση της Κεμαλικής Τούρκικης κυβέρνησης και υπό την προστασία του Έλληνα πρέσβη.

Μαδυτιανοί λοιπόν έχτισαν την Βουλή του Τούρκικου κράτους!


 






ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ...










  
συνέχεια »