Τρίτη 31 Ιανουαρίου 2017

Μ' ένα drone στην Τσιμισκή...

  Σ' αεροπλάνο ήθελε ν' ανέβει ο Κώστας Χατζής με την πολύ ιδιαίτερη φωνή του, μερικές δεκαετίες πριν, με drone βολεύομαι εγώ. Και εξηγούμαι: από το αεροπλάνο δεν βλέπεις τίποτα. Λίγα σπίτια ή πολυκατοικίες, καμιά θάλασσα και κανένα ποταμάκι, όταν το επιτρέπει ο καιρός και πάντα από τέτοια απόσταση που δεν ξεχωρίζεις τίποτε. Όσες βόλτες κι αν κάνεις λοιπόν, πολύ λίγα θα καταλάβεις για τον τόπο που τριγυρνάς κι ελάχιστα συμπεράσματα θα βγάλεις για το πως ζουν και τι βιώνουν οι άνθρωποι-μυρμηγκάκια που θα βλέπεις από κει ψηλά. Γι' αυτό κι εγώ διαλέγω drone...
   Δεν θα το αφήσω να πετάει ψηλα. Χαμηλά το θέλω, για να ξεχωρίζει τα χαμογελαστά πρόσωπα ή τις αγέλαστες φάτσες. Να δείξει σε 10 λεπτά την Ελλάδα του σήμερα. Τις αιτίες (ή τουλάχιστον κάποιες απ' αυτές) και τ' αποτελέσματα της κακόγουστης φάρσας που έγινε σκληρή πραγματικότητα. Μια βόλτα στην Τσιμισκή αρκεί. Αρκεί για να δείξει τις ξεβαμμένες λεωφορειογραμμές που κανείς δεν δίνει σημασία. Βιαστικοί οδηγοί, σταθμευμένα για λίγο ή πολύ Ι.Χ. και βαριεστημένοι ταξιτζήδες δίνουν το στίγμα μιας χώρας που δεν μπορεί να εφαρμόσει κανένα σοβαρό μέτρο,παρά προσπαθεί να συμβιβάσει κάστες και ομάδες επαγγελματιών ώστε να ισορροπήσει χωρίς να προκαλέσει αντιδράσεις. Στο συγκεκριμένο μέτρο που εφαρμόζεται για 20 και πλέον χρόνια ή φύλαξη αντί να ενταθεί, όλως παραδόξως ατόνησε τελείως.
   Το ίδιο ξεβαμμένες κι ελάχιστα σημαντικές και οι διαβάσεις των πεζών. Παρά το ότι όλες βρίσκονται σε σηματοδότες, αν δεν είσαι ιδιαίτερα προσεκτικός δεν θα πας πολύ μακρια. Κι αν οι οδηγοί είναι μια φορά απρόσεκτοι κι απείθαρχοι, σ' αυτήν την χώρα που θέλει να λέγεται ευρωπαϊκή, οι πεζοί σπάζουν όλα τα ρεκόρ. Παιδιά, νέοι, λιγότερο νέοι αλλά και ηλικιωμένοι ξεχύνονται κυριολεκτικά μέσα στον πολυσύχναστο δρόμο έχοντας εμπιστοσύνη στην καλή τους τύχη. Τι κι αν υπάρχουν κάγκελα κι απ' τις δυο μεριές του δρόμου, προσπαθώντας να τιθασεύσουν το ατίθασο πλήθος? Βάρβαροι όλοι μας τρέχουμε και ελισσόμαστε σαν τις αντιλόπες του National Geographic, ταχύτατοι κι αέρινοι ανάμεσα στα αυτοκίνητα-λιοντάρια. Κι όταν η καλή τύχη κάποια στιγμή στερέψει, αρχίζουν τα κλάματα.
   Γενικότερα, η παιδεία μας στους δρόμους είτε ως οδηγοί είτε ως πεζοί είναι ανύπαρκτη. Χειρότερη ίσως κι από χώρες του Τρίτου Κόσμου, κι αυτό φαίνεται στον κεντρικότερο δρόμο της συμπρωτεύουσας. Στην Τσιμισκή...
  Εκεί που ο νεαρόκοσμος κάθε ηλικίας μπαινοβγαίνει κι ανακατεύει ρούχα στα Zara και τα συνεταιράκια του, εκεί που οι πιο ''ανεβασμένοι'' ακουμπάνε τις πιστωτικές τους σε πιο βαριά ονόματα κι εκεί που πολλοί περπατάνε άσκοπα ή για να νιώσουν τον αέρα της πόλης.
   Αν πάλι το drone μας πετάξει Παρασκευή ή Σάββατο βράδυ, θα τρομάξει η Ευρώπη από το μεσονύκτιο και μεταμεσονύκτιο μποτιλιάρισμα της κεντρικότερης οδού στην περισσότερο ''κτυπημένη'' από την κρίση, πόλη της Ελλάδος. Εκατοντάδες αυτοκίνητα μικρού και μεγάλου κυβισμού γεμάτα με εντυπωσιακές κοπέλες και πανέτοιμα αγόρια τρέχουν, παρκάρουν, κορνάρουν ή παραδίδουν τα κλειδιά στους πααρκαδόρους των νυκτερινών κέντρων της Πολυτεχνείου (δεν αλλάξαμε δρόμο, απλά αλλάζει όνομα η Τσιμισκή). Πώς γίνεται με 400 ευρώ μηνιάτικό ή με 330 επίδομα ανεργίας να τα κάνουμε όλα αυτά, είναι το μυστήριο της Φυλής. Πάντως τις νύχτες (και ευτυχώς, και χίλια μπράβο μας!!!) εικόνα ρημαγμένης πόλης, σε μια ρημαγμένη χώρα, δεν παρουσιάζουμε. Άλλωστε το σκοτάδι όλα τα σκεπάζει, όλα τα κουκουλώνει. Την ημέρα όμως τα πράγματα είναι αλλιώς...
   ''Ο Λαός, ο Λαός στα πεζοδρόμια κουλούρια πουλάει και λαχεία, κοπάδια στα Υπουργεία αιτήσεις για τη Γερμανία...''. Το βλέπεις, το αισθάνεσαι την ημέρα. Η χώρα φαίνεται πως υποφέρει. Κουλούρια, λαχεία, κάστανα, εικονίτσες από επαίτες, προγράμματα ομορφιάς από κορίτσια, προγράμματα τηλεφώνου από φοιτητές και τσάντες μαϊμού από Αφρικανούς μετανάστες, όλα πωλούνται στο υπαίθριο παζάρι του δρόμου-βιτρίνα της πόλης μας. Την εικόνα συμπληρώνουν οι Τσιγγάνοι εκ Βουλγαρίας που ''βοηθούν'' στην ανακύκλωση τενεκεδένιων κουτιών πριν την ώρα τους, όταν δεν πέφτουν ξαπλωμένοι με την συνήθως ανορθόγραφη χαρτονένια επιγραφή:''Πεινάω''.
   Δεν είναι δύσκολο να καταλάβεις λοιπόν πως τίποτα ή σχεδόν τίποτα δεν λειτουργεί όπως πρέπει στην πόλη και στην χώρα. Απαίδευτος κόσμος, ελάχιστα ή στρεβλά μορφωμένος, έτοιμος να πιστέψει σε παγκόσμιες συνομωσίες, αεροψεκασμούς και ''ζουν ανάμεσά μας'' προκειμένου να βρει τον φταίχτη γι' αυτό που του συμβαίνει. Εκτός από ημιμαθείς, πάντα απείθαρχοι, ζαμανφουτίστες, ξερόλες και φωνακλάδες. Με σαφή και ξεκάθαρη την εντύπωση πως είμαστε χαρισματικοί και πανέξυπνοι, σε αντίθεση με τους Κουτόφραγκους που τους έχουμε για πρωινό.
   Δεν μου το βγάζεις απ' το μυαλό πως ο Σόιμπλε κι αυτό που εκπροσωπεί, βρήκαν τον πιο ''αδύναμο κρίκο'' για να εφαρμόσουν όλα αυτά που υπαγορεύει η πολιτική τους, μα το να είμαστε εμείς ο πιο ''αδύναμος κρίκος'' είναι καθαρά ευθύνη δική μας. Με πράξεις και παραλείψεις μας, φροντίσαμε εδώ και δεκαετίες να δημιουργήσουμε ένα αντιπαραγωγικό, πελατειακό κράτος που θεωρεί κορόιδα τους συνεπείς και μάγκες αυτούς που την ''βγάζουν στον αφρό'', καθαροί κι αφορολόγητοι.
    Μα πόσο έξυπνο και πόση φαντασία μπορεί να 'χει αυτό το drone για να τα βλέπει όλα αυτά???
Ο.Κ. εντάξει...το drone που ξαμολήσαμε στην Τσιμισκή λίγα είδε κι εμείς πολλά καταλάβαμε!!! Εξάλλου τι Έλληνες είμαστε???
  Και θα 'θελα να κλείσω με κάτι πιο αισιόδοξο. Το drone σαφώς και είδε σε αρκετές γωνίες τους πωλητές της ''Σχεδία'' με τα κόκκινα γιλέκα και τα υγρά  μάτια. Όλοι τους με μια ιστορία, με δυσκολίες κι ένα ''ναυάγιο'', αλλά με πίστη και δύναμη. Νομίζω στ' αλήθεια πως είναι ό,τι πιο ελπιδοφόρο υπάρχει αυτήν την στιγμή στην Τσιμισκή...
συνέχεια »

Τρίτη 10 Ιανουαρίου 2017

Χιόνια στο καμπαναριό!!!

   Καλημέρα σας και καλή σας απόλαυση!!!
Θα το πάω εμπορικά και πιασάρικα σήμερα. Χιόνι έχει εκεί έξω??? για χιόνια θα γράψω.
Κατ' αρχάς το "καλή σας απόλαυση", ξεσηκωμένο από τα γκουρμέ εστιατόρια που δεν λένε πια ''καλή σας όρεξη'' αλλά απόλαυση, αναφέρεται σ' αυτούς που έχουν στέγη και τροφή και μπορούν να απολαύσουν έστω και λίγες στιγμές απ' αυτό το τόσο ωραίο φυσικό φαινόμενο, τις περισσότερες φορές. Για τους υπόλοιπους, καλό κουράγιο και καλή δύναμη.
   Η προσωρινή μετατροπή μας λοιπόν (και ελέω τηλεόρασης) σε Γροιλανδία, έχει πολλά ευτράπελα, τρελές υπερβολές (ίδιον γνώρισμα της φυλής) και πολλές πολλές αναμνήσεις. Για τους ρεπόρτερ και τα εξωτερικά συνεργεία που μιλάνε για δυο μέτρα χιόνι κι ας έρχεται το χιόνι ως το γόνατό τους, τα λέμε στο f/b, κοφτά και γρήγορα. Πότε γελάμε με κανένα επιτυχημένο ποστ, πότε ''παγώνουμε'' περισσότερο από καμιά κρυάδα και πότε παραμένουμε αδιάφοροι. Ας πιάσουμε τότε κουβέντα για τις αναμνήσεις...
   Δεν είναι εύκολο να γράφεις για αναμνήσεις παιδικής ηλικίας, όταν έχεις μεγαλώσει σε χωριό. Πραγματική χιονοστιβάδα οι θύμησες και δεν μπορείς να τις βάλεις σε τάξη. Θα προσπαθήσω όμως να τις ιεραρχήσω.
  Πρώτη ανάμνηση διαρκείας, τα παγωμένα χέρια. Συνεχώς και αδιακόπως τα μικρούλικα, παιδικά μας χεράκια ήταν παγωμένα. Δε' πα να μας έβαζαν εκατό γάντια οι μανάδες μας, τα χέρια ήταν μπούζι. Τα αυτιά μας επίσης. Τί κουκούλες και τί σκουφιά μας φόρτωναν δε λέγεται, όμως εμείς βρίσκαμε τον τρόπο να τα ''ξυλιάζουμε'' όλα. Τις τυχερές μας μέρες που το χιόνι σκέπαζε τους χωμάτινους δρόμους, το αρπάζαμε πάντα με γυμνά χέρια και το ''νίβαμε'' στο πρόσωπο και στ' αυτιά του άλλου για να την ''ακούσει'' κανονικά. Το μαρτύριο του Ταντάλου. 800 υπό το μηδέν. Εμείς όμως εκεί. Ούτε ξυλόσομπες ψάχναμε, ούτε πετρελαίου. Το πολύ πολύ ν' ανάβαμε καμιά φωτιά μόνοι μας, με θεότρελες πατέντες, η οποία μας ζέσταινε, μας έδινε δύναμη να συνεχίζουμε τις σατανικές μας δραστηριότητες και στο τέλος την σβήναμε με τους αυτοσχέδιους κατουρο-πυροσβεστήρες μας. Εννοείται πως οι δράσεις μας σε σχέση με τα σημερινά παιδιά ήταν απείρως ''βιαιότερες''. Οι μπάλες για τον χιονοπόλεμο είχαν πολλές φορές στο εσωτερικό τους χωματσίδες (νωπό χώμα με χορτάρι) ή ακόμη χειρότερα, πετρούλες για να ανοίγουνε κεφάλια. Οι μάχες γειτονιά με γειτονιά ήταν σκληρές και χωρίς έλεος. Πώς καταλήξαμε όλοι σώοι, είναι ανεξήγητο. Οι σταλακτίτες των σκεπών, οι λάμπες στις κολώνες και τα παγωμένα τζάμια ήταν πάντα ο αγαπημένος μας στόχος. Τις φορές που γινόμασταν αντιληπτοί και το ''κάρφωναν'' στις μανάδες μας, η σόλα της παντόφλας το βράδυ μας έκανε να μετανιώσουμε για όλα τα ανδραγαθήματα της ημέρας. Την επόμενη όμως, ξανά τα ίδια.
   Για να σας πω την αλήθεια, οι ''φλωρίστικες'' συνήθειες των παιδιών της πόλης με χιονανθρώπους, καρότα, σκουπόξυλα και κουμπιά, δεν μας λέγανε και πολλά πράγματα. Σχεδόν ''ξενέρωμα''. Τουλάχιστον σε μας τα αγοράκια. Θέλαμε κίνηση και δράση γι αυτό και παίρναμε τους δρόμους. Από το πρωί ως το βράδυ, κυρίως τις μέρες που το σχολείο έκλεινε λόγω χιονιού. Πώς δεν καταλήξαμε με πνευμονία είναι ένα άλλο θέμα προς διερεύνηση.
   Το ποδόσφαιρο με χιόνι ήταν πραγματική αποθέωση, αλλά συνήθως το παρατούσαμε νωρίς για να ανεβούμε στην πλαγιά (την αριστερή καθώς βλέπουμε το βουνό). Από την κορυφή της πλαγιάς είχε και έχει ακόμη, μια καταπληκτική θέα. Βλέπεις όλο το χωριό, τους δρόμους με τα δέντρα και τη μεγαλύτερη έκταση της λίμνης Βόλβης. Το θέαμα από μόνο του ήταν πάντα εντυπωσιακό, πολλώ δε μάλλον όταν τα έβλεπες όλα κάτασπρα. Πραγματική τρέλα. Ήσουν έτοιμος για όλα. Τέτοιο θάρρος και έπαρση. Δεν καταλάβαινες τίποτα. Άρπαζες την άδεια σακκούλα χόντρού νάυλον από λιπάσματα, την έκανες αυτοσχέδιο έλκηθρο και κατέβαινες την πλαγιά με όλα τα γκάζια. Όσο περνούσε η ώρα και η πίστα πατιότανε και πάγωνε, η ταχύτητα καθόδου ανέβαινε και οι βούτες πολλαπλασιαζότανε. Κάποιοι λόγω ευαισθησίας πωπού, βάζανε άχυρο μέσα στη σακκούλα και το ελκηθράκι γινότανε ''χλιδάτο''. Η κατάβαση συνεχιζόταν ακόμη και τις μέρες που το χιόνι έλιωνε και καταλήγαμε στο τέλος να σερνόμαστε σε χώματα και πέτρες, ευτυχώς όχι με την οδυνηρή κατάληξη του Σούμαχερ.
    Νομίζω πως το όλο επιχείρημα έκρυβε κάποιους κινδύνους μα ευτυχώς δεν το ξέρανε οι γονείς μας και γλυτώσαμε τις λιποθυμίες.
  Μεγαλώνοντας τα πράγματα άλλαξαν. Τις χιονισμένες μέρες αλλάζαμε πλαγιά (δεξιά καθώς ανεβαίνουμε, Άγιος Ευθύμης) παίρναμε τα φορητά κασετόφωνα,τη φου-φού, τις μπριζολίτσες και τις ρετσινούλες και δεν μας σταματούσε κανείς. Τρεις λαλούν και δυό χορεύουν. Σκοτείνιαζε, η θέα απ' τα αναμένα φώτα πάντα υπέροχη, τα σκυλιά να ακούγονται σχεδόν τρομακτικά και μεις γύρω απ' τη φωτιά να λέμε ιστορίες που δεν τελειώνουν ποτέ. Τέλεια.
  Πολλοί πιστεύουν πως λόγω υπερθέρμανσης, θερμοκηπίου κ.λ.π. το κρύο και τα χιόνια είναι λιγότερα κι ότι το κλίμα έχει αλλάξει δραματικά. Πιθανώς να 'ναι κι έτσι, αλλά νομίζω πως περισσότερο και με το πέρασμα των χρόνων, άλλαξε η ζωή κι ο τρόπος που βλέπουμε τα πράγματα.. Οι πιο πολλοί δρόμοι ακόμη και στα χωριά είναι πια ασφάλτινοι, τα σπίτια έχουν κεντρική θέρμανση και είναι πιο ζεστά (αν και τελευταία τα πράγματα ζόρισαν κάπως) και οι γονείς είναι πιο ''υποψιασμένοι'' για να αφήνουν 8χρονα και 10χρονα να γυρίζουν όλη μέρα μέσα στα χιόνια.
   Να μην σας κουράσω παραπάνω με πράγματα που λίγο-πολύ τα κάνατε κι εσείς (τουλάχιστον όσοι μεγαλώσατε στα '70-'80ς κι ακόμη περισσότερο, όσοι είχατε την τύχη να μεγαλώσετε ή να έχετε επαφή με χωριό), νομίζω πάντως πως αυτές οι αναμνήσεις παιδικών, κυρίως, χρόνων έχουν αξία ανεκτίμητη, είναι ''πλούτος'' και ''τροφή''.
Υ.Γ. Το χωριό στο οποίο αναφέρομαι οι πιο πολλοί από σας το καταλάβατε εύκολα. Για τους υπόλοιπους φίλους, να πω πως είναι το χωριό που μεγάλωσα, λέγεται Νέα Μάδυτος και βρίσκεται στις όχθες της λίμνης Βόλβης, στο Νόμο Θεσσαλονίκης. Το ότι είναι πανέμορφο το καταλάβατε ήδη...
                                                                                                                            C.R.
συνέχεια »

Τετάρτη 4 Ιανουαρίου 2017

Είμαι ό, τι διαβάζω

Το εμβατήριο του Ραντέτσκυ του J.Roth.
Eνα πολύ καλό ανάγνωσμα, που στέκεται αρκετά ψηλά στη λίστα με τα καλύτερα βιβλία που έχω διαβάσει. Λογοτεχνία πραγματική!
Κατ' αρχήν ο Roth. Γερμανόφωνος Εβραίος από την επικράτεια της Αυστρουγγαρίας. Πολύ εκφραστικός συγγραφέας και επιφυλλιδογράφος της καλής γενιάς της Βιέννης του πρώτου μισού του 20ου αιώνα.  Σκέψη και πράξη ανακατεύονται με μεγάλη μαεστρία από την πένα του. Οι χαρακτήρες του ψυχογραφημένοι και  διάφανοι σε κάθε τους λεπτομέρεια.
Αντισυμβατικός, κατήγγειλε τους Ναζί και  εγκατέλειψε την Γερμανία για πάντα  την πρώτη μέρα που ανέβηκε στην εξουσία ο Χίτλερ το 1933. Πέθανε κατεστραμμένος από το αλκοόλ όπως ακριβώς το είχε προβλέψει.
  Ήθελα τα μεγάλα έργα του. Όπως ξεκινάς σχεδόν πάντα με έναν καινούριο για 'σένα  συγγραφέα και διαβάζεις τα έργα, που είναι τα πιο γνωστά του και αν σου αρέσει, εντρυφείς στις νουβέλες του και τον ψάχνεις περισσότερο.
 Τον τριγύριζα καιρό αλλά στην "τελειωμένη" Πρωτοπορία που σύχναζα τελευταία, λόγω χαμηλών τιμών να τα λέμε κι αυτά, δεν τον είχαν ποτέ.
Βρήκα κάποια στιγμή τον "Θρύλο του Αγίου Πότη" και είπα να ξεκινήσω ανάποδα αυτή την φορά, από μια νουβέλα. Αποκάλυψη! Λυρισμός και σκληρή πραγματικότητα. Εκεί ο Roth προέβλεψε τον θάνατό του βάζοντας τον αφηγητή να λέει: "Ας έχουμε όλοι οι πότες ένας ήσυχο και γαλήνιο θάνατο σαν κι αυτόν".
Συνέχισα γρήγορα  με τα "Βερολινέζικα χρονικά". Επιφυλλίδες που με πολύ κοφτερό μάτι και πολύ στρογγυλή πένα, μας περιγράφουν το Βερολίνο του 1920.
Ώσπου, αφού ξεκόλλησα από την Πρωτοπορία, πήρα στα χέρια μου το 'Εμβατήριο"
Ιστορικό, γιατί μας δίνει την Αυστροουγγαρία στα τελευταία της. Μια μεγάλη κοσμοπολίτικη  αυτοκρατορία στην κεντρική Ευρώπη, που ελάχιστα ξέρουμε στην Ελλάδα γι΄αυτήν. Ας είναι καλά ο Roth και ο Τσβάιχ που μας την περιγράφουν. Στο Εμβατήριο, μέσα από τις 3 γενιές των ηρώων, έχουμε εικόνα για πραγματικά γεγονότα όπως τα έζησαν αυτοί.
Κοινωνικό γιατί μας δίνει μια σαφή εικόνα της ταξικής διαστρωμάτωσης της, ελίτ που είναι τελείως ξένη με το υπόλοιπο σώμα, του χωριάτη, του έμπορα, του τοκογλύφου, του αγωνιζόμενου εργάτη .
  Περιγράφει πως ήταν φυσιολογικό μέχρι και οι κατώτατοι αξιωματικοί να έχουν ορντινάντσες. Πως  οι διορισμένοι τοπάρχες της διοίκησης είναι απόλυτοι άρχοντες του τόπου ενώ είναι
 ξεκομμένοι τελείως από το κοινωνικό σώμα και την απόλυτη εξουσία του στρατού σε θέματα τιμής και υπόληψης.
Οι αποκομμένες ελίτ, όπως σε κάθε κοινωνία, ζούνε από την εξουσία και για την εξουσία νομίζοντας ότι τα δικά τους θέλω, η μη κίνηση και ο συντηρητισμός, είναι αυτομάτως και θέλω όλων των υπόλοιπων. Όταν ανακαλύπτουν ότι οι σαρωτικές αλλαγές τους υπερφαλαγγίζουν, νιώθουν ότι δεν χωράνε σ' αυτόν τον κόσμο.
Μέσα από τους χαρακτήρες της ιστορίας και τις ζωές τους, ζούμε το τέλος της εποχής των multi culti  αχανών αυτοκρατοριών. Εποχή που θα αντικατασταθεί πλέον από αυτήν των συνόρων και  των Εθνικών κρατών. Ο Roth είναι τόσο μαέστρος, που σε πολλές σκηνές στο Εμβατήριο, νομίζεις ότι συμμετέχεις!
 400 χορταστικές σελίδες και ένα μεγάλο ταξίδι.


                                                                                                                           Κουκ
















συνέχεια »