Δευτέρα 28 Νοεμβρίου 2016

17 Νοέμβρη. Μερικές μέρες και αρκετά χρόνια μετά.

   Καθυστερημένα και γεμάτος αμφιβολία,ως συνήθως, το πήρα απόφαση να γράψω πέντε αράδες για ένα θέμα-ταμπού της ελληνικής νεώτερης ιστορίας. 17 Νοέμβρη και Πολυτεχνείο, τί πιστεύαμε, τί πιστεύουμε, πόσο μύθος έμοιαζε, πόσο απογοήτευση ήρθε και εν γένει πόσο ''λάστιχο'' έγινε στο τέλος το όλο θέμα.
  Η αμφιβολία που προανέφερα, (και σύμφωνα με λόγια του απίθανου Μπουκόφσκυ, είναι γνώρισμα των σκεπτόμενων, την στιγμή που οι ηλίθιοι είναι γεμάτοι αυτοπεποίθηση) έπρεπε να ξεπεραστεί κι αυτό μου πήρε μέρες. Άλλωστε, αυτή η αμφιβολία και η αναποφασιστικότητα δεν αφήνουν τις κοινωνίες να κάνουν βήμα, οπότε ας μην είμαστε τόσο σίγουροι για την χρησιμότητα τους, εμείς οι δήθεν σκεπτόμενοι.
  Στο Πολυτεχνείο λοιπόν. Στο Πολυτεχνείο που τόσο μαγικό και ηρωϊκό μας έμοιαζε στις αρχές του '80. Με το ΠΑ.ΣΟ.Κ. άρτι αφιχθέν η τρίωρη σεμνή σχολική τελετή μεταμορφώθηκε σε ολοήμερη grande fiesta, για να τιμήσουμε αυτούς που το άξιζαν αλλά κι αυτούς που δεν το άξιζαν ούτε μια στάλα.
 Κι όλοι εμείς στην πρώτη εφηβεία, ενθουσιασμένοι απ' τις κασσέτες με την τσιριχτή φωνή της Μαρίας Δαμανάκη και την δυναμική παρουσία του Κώστα Λαλιώτη, βρήκαμε νέα είδωλα. Μας έμοιαζε υπεράνθρωπο το να μιλάει κάποιος σ' αυτόν τον πρόχειρο ραδιοφωνικό σταθμό, αλλά μας έμοιαζε εξίσου ηρωϊκό το ότι κάποιος πέρασε απ' τον επάνω δρόμο, το ότι καποιος είχε ένα κουμπάρο που φώναξε ''Κάτω η Χούντα'' και κάποιος άλλος άκουσε στα γουόκμαν (που δεν υπήρχαν τότε) Θοδωράκη.
   Όλοι ήρωες, όλοι για αδριάντα. Χωρίς κοσκίνισμα και χωρίς κρίση. Γι' αυτό κι αυτοί στην πιο λάιτ εκδοχή αλλάξανε δυο-τρία κόμματα, μέχρι να γίνουν ευρωβουλευτές και να κονομάνε το εικοσαρικάκι κάθε μήνα, και στην πιο hard αγοράσανε χωρίς λεφτά την μισή Πλατεία Βάθης. Πάντως τότε ήτανε στο απυρόβλητο και μόνον εκεί. Διάδοχοι του Μικρού Ήρωα. Γιώργος Θαλάσσης και Κατερίνα ένα πράγμα. Σπίθας κανένας. Όλοι πανέξυπνοι.
  Οι περισσότεροι των ''ελεύθερων αγωνιζόμενων φοιτητών'' σε βουλευτικούς και υπουργικούς θώκους, χωρίς καλά καλά να ξέρουν τί εστί πολιτική. Πολιτικοί ''τιμής ένεκεν'', με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Με τόση αχλή να τους περιβάλλει, εύκολα ένιωσαν πανίσχυροι. Χωρίς φόβο και χωρίς έλεγχο πέσανε με τα μούτρα στη μαρμίτα κι αμαυρώσανε χωρίς μεγάλο κόπο, ό,τι πραγματικά αξιόλογο, παράτολμο και ηρωϊκό συνέβη εκείνον τον Νοέμβρη.
   Κι όταν ήρθαν τα μνημόνια και το απίστευτο οικονομικό και κοινωνικό πισωγύρισμα, ο θυμόσοφος λαός δεν άργησε να βρει τον φταίχτη για όλα. Η Γενιά του Πολυτεχνείου. Αυτή και μόνον αυτή. Υπερβολικό. Κι ο Ανδρέας κι ο Καραμανλής ο Κωνσταντίνος κι ο Μητσοτάκης κι ο Ράλλης, αλλά κι ο νερόβραστος ο Σιμήτης πολύ λίγη σχέση έχουν με το Πολυτεχνείο και λόγω ηλικίας αλλά και λόγω του ότι οι περισσότεροι εξ' αυτών κάνανε αντίσταση από το εξωτερικό, σκίζοντας το ένα καλσόν μετά το άλλο. Φυσικά και πολλά στελέχη τους, (κυρίως στο ΠΑΣΟΚ και μετέπειτα στον ΣΥΡΙΖΑ) άνηκαν σ' αυτήν τη γενιά, μα το καράβι το βουλιάζει ο καπετάνιος κι όχι ο μούτσος.
   Και κλείνοντας αυτό το κειμενάκι με τις σκόρπιες σκέψεις μου, θα σας πω πως πιστεύω ότι είχαμε μια σχετικά λάιτ Χούντα σε σχέση μ' αυτά που συνέβαιναν και συμβαίνουν ακόμη σε διάφορα σημεία του πλανήτη. Αν ο κόσμος έβγαινε στους δρόμους όπως τον Ιούλη του '43, 400.000 στην κατεχόμενη Αθήνα ( κόντρα στους Γερμανούς που δεν υπολόγιζαν τίποτα) η Χούντα θα 'χε πέσει σε μια εβδομάδα. Όταν όμως ήμασταν όλοι κλεισμένοι στα σπιτάκια μας και οι ηγέτες στα Παρίσια και τις Σουηδίες, οι πιο ανεγκέφαλοι και δειλοί δικτάτορες της Παγκόσμιας Ιστορίας παρέμειναν στην εξουσία επτά μαύρα χρόνια.
   Σαφώς και υπήρχαν νεκροί στο Πολυτεχνείο, δεν χωράει καμιά αμφιβολία. Σαφώς και βασανίστηκε κόσμος στα κρατητήρια. Σαφώς και υπήρξαν εξορία, βία και διακρίσεις, δεν το συζητώ. Η εντύπωση που μου 'χει μείνει όμως (και φαντάζομαι σε πολλούς από εσάς), είναι πως αυτοί που βασανίστηκαν, που πλήρωσαν για τα πιστεύω τους κι αυτοί που στ' αλήθεια αγωνίστηκαν για την πτώση της Χούντας, βρίσκοταν πάντα σε μια γωνιά να παρακολουθούν με πίκρα όλα αυτά που συνέβαιναν και συμβαίνουν ακόμη στην Ελλάδα της Μεταπολίτευσης....
συνέχεια »

Δευτέρα 7 Νοεμβρίου 2016

Ernesto...

    Che Guevara θα νομίσεις. Λογικό. Τουλάχιστον για όσους με ξέρουν έστω και λίγο....
   Χρόνια ''περιφερόμενος'' στην Αριστερά, με τον Τσε στο εφηβικό μου δωμάτιο, φτιαγμένο από τα χρυσά χέρια της Ντίνας της Ρούσσου (παλιάς, αγαπημένης συμμαθήτριας), με Ημερολόγια Μοτοσυκλέτας και την αδιαπραγμάτευτη μαγκιά του Τσε να τριγυρνάει στην ψυχή, όλη την ζωή μας, τί πιο φυσιολογικό από το να γράψω κι εγώ πέντε αράδες για τον πιο άφθαρτο ήρωα της εφηβείας και όχι μόνο;
   Ε, λοιπόν όχι! Δεν έχει Τσε το κειμενάκι. Μόνο Ernesto έχει. Δομινικανός, κοντοχωριανός του Τσε, πάνω-κάτω. Με την ίδια νοοτροπία πάνω κάτω.
  Συστηθήκαμε και κουβεντιάσαμε μια-δυο φορές πριν καμιά 20ρια μήνες όταν βρεθήκαμε στην ίδια παρέα σ' ένα ταξίδι μoυ στον Άγιο Δομίνικο, μια μικρή χώρα-νησί στην κόψη Ατλαντικού και Καραϊβικής, καμιά 10ρια ώρες με το αεροπλάνο από τη χώρα μας και καμιά ωρίτσα από το Μαϊάμι-Γη της Επαγγελίας για όλους τους λαούς, της εκεί περιοχής. Φτώχια μαύρη στην τουριστική αυτή χώρα, που μοιράζεται το ίδιο νησί με την Αϊτή, η οποία παρεμπιπτόντως βρίσκεται σε πολύ-πολύ χειρότερη μοίρα από τον Άγιο-Δομίνικο. Οι κάτοικοι σκούροι εώς κατάμαυροι, γνωστοί από χρόνια στην πατρίδα μας, κυρίως οι γυναίκες, για την ''εισαγωγή'' τους είτε ως σύζυγοι ναυτικών, είτε ως δυναμικά στελέχη των επαρχιακών στρηπτηζάδικων των '80ς. Όχι ιδιαίτερα όμορφες, με σωματότυπο που παραπέμπει στους μακρινούς προγόνους από την Αφρική. Πρώτη βιομηχανία της χώρας ο τουρισμός, δεύτερη, η εξαγωγή ανδρών και γυναικών στην Εσπερία, κυρίως, με πιο πολιτισμένο τρόπο αυτή τη φορά. Παντρεύονται Κεντροευρωπαίους-ες, στέλνουν μηνιάτικο στην οικογένεια που περιμένει στην πατρίδα κι όταν συμπληρώσουν τον απαιτούμενο χρόνο, νομιμοποιούνται στην νέα χώρα διαμονής τους και συνήθως αποχαιρετούν τους συντρόφους τους. Αυτή η διαδρομή των περισσοτέρων, με φωτεινές εξαιρέσεις, όπως είναι φυσικό.
   Μακρύς ο πρόλογος, απαραίτητος νομίζω, για να θέσω σε γενικές γραμμές τον τρόπο ζωής του Ερνέστο. Εργαζόμενος στην TUI (ο μεγαλύτερος Παγκόσμιος Τουριστικός Οργανισμός), με μισθό γύρω στα 350 ευρώ, ιδιαίτερα προνομιούχος για τα δεδομένα της χώρας. Πρόσφατα χωρισμένος από πολύμηνη σχέση με την Ιταλίδα συνάδερφό του, ξεκίνησε με τα λίγα ιταλικά του και τα πολύ καλύτερα αγγλικά του να μου περιγράφει τη ζωή του, κυρίως απαντώντας σε ερωτήσεις μου.
   Γύρω στα 35 , ψηλός , αδύνατος και πολύ χαμογελαστός όπως οι περισσότεροι άνθρωποι της χώρας. Με την όχι και μικρή πείρα μου στα του τουρισμού, άρχισα να φαντάζομαι το γενικό προφίλ του τύπου. Καλούτσικος μισθός, εμφάνιση μέτρια, ηλικία σωστή για να είναι το σούπερ καμάκι της ''κουρασμένης'' Ευρωπαίας που ψάχνει λιμάνι. Μεθύσια εδώ κι εκεί, αλλαγές στα κρεβάτια, ανεμελιά, με λίγα λόγια η χαρά της ζωής. Γι αυτό χαμογελάει όλη την ώρα σκέφτηκα, έμπειρος γαρ.
   Όσο προχωρούσε η κουβέντα, τόσο μου 'ρχότανε οι κεραμμύδες κατακέφαλα. Ο Ερνέστο προσπαθεί να θρέψει την χήρα μάνα του, προσπαθεί να ξεχρεώσει ένα σπίτι με ενάμισυ δωμάτιο (δάνειο για τα επόμενα 15 χρόνια) και μεγαλώνει τα τέσσερα παιδιά της αδερφής του, από τρεις διαφορετικούς άνδρες παρακαλώ. Μη βιαστείτε να τα ''χώσετε'' στην αδερφή, συμβαίνει κατά κόρον το παραπάνω φαινόμενο στην Δομινικανή κοινωνία.
   Χαίρεται που τα καταφέρνει ο Ερνέστο κι ας δουλεύει κάθε μέρα κανένα δεκάωρο. Είναι περήφανος που η μάνα του δεν είναι στο δρόμο. Φουσκώνει σα διάνος, όταν λέει πως τα ανήψια του δεν είναι σε κάποιο από τα υποτυπώδη ιδρύματα-κολαστήρια της χώρας. Τα μάτια του λάμπουν όταν μιλάει για της ομορφιές της πατρίδας του. Ντρέπεται για την -όχι άδικη- φήμη των συμπατριωτών του. Ευχαριστεί τον Θεό (Καθολικός) κάθε 5 λεπτά ο Ερνέστο. Χαμογελάει πλατιά σε κάθε ευκαιρία ο Ερνέστο με τα κάτασπρα, σχεδόν αφρικανικά, δόντια του. Τον ήξεραν όλοι στην παρέα (Ευρωπαίοι όλοι, εργαζόμενοι στην ίδια εταιρία) τον Ερνέστο και τον συμπαθούσαν, όχι άδικα.
 Πάντα πρώτος στη δουλειά του, πάντα ευδιάθετος κι ας ήταν σχεδόν σίγουρος πως η Ιταλίδα πρώην του, τον ''έστειλε'' γιατί δεν έπαψε ποτέ να τον θεωρεί λιγάκι παρακατιανό κι ας ήξερε πως πολλοί απ' την ευρωπαϊκή παρέα μας σκέφτοταν περίπου το ίδιο.
   Το χαμόγελο του Ερνέστο χάθηκε μόνο για ένα λεπτό, όταν η ιστορία της ζωής του πήγε στον (οκτάχρονο) γιό που έχασε πριν έξι χρόνια, από κάποια όχι και τόσο περίεργη ασθένεια για την χώρα με τις ανύπαρκτες υποδομές υγείας, για τους μη έχοντες.
   Είμαι σίγουρος πως ο Άγιος Δομίνικος, η Αϊτή, η Βενεζουέλα και  πολλές πολλές χώρες του Τρίτου Κόσμου, είναι γεμάτες από Ερνέστους, το ίδιο ηρωικούς και χαμογελαστούς όπως ο διάσημος συνονόματός τους...
                                                                                                          C.R.
συνέχεια »

Πέμπτη 3 Νοεμβρίου 2016

Πάμε άλλη μία...

  Δεν είναι που ''τσιγκλίστηκα'' απ' την ανάρτηση, μεσ' το κατακαλόκαιρο, του ''Αρχιτέκτονα'' του ΜΑΔΥΤΙΑΝΟΣ, για το που πάει το blog. Μέσα στην ''τούρλα του Σαββάτου'', ίσα που πρόλαβα να την διαβάσω κι όχι να την σκεφτώ...
  Κι όμως το να ξαναγράψουμε, το να επανενεργοποιήσουμε το blog, ήταν μια σκέψη που για άλλη μια φορά ''κούμπωσε'' στη δική μου. Ήθελα από καιρού εις καιρόν να ξαναγράψω. Και να ξαναδιαβάσω αναρτήσεις άλλων συνοδοιπόρων, επίσης το ζητούσα που και που. Για να συμφωνήσω, να διαφωνήσω, για να ''στραβώσω'', για να δω στην τελική αν διαβάζει κανείς τους συλλογισμούς μας κι αν οι προβληματισμοί μας, για το δικό μας Χωριό ή για το Παγκόσμιο Χωριό είναι προβληματισμοί κι άλλων.
  Ηλίου φαεινότερον το ότι ζούμε στην εποχή της ατάκας, που και πιο ξεκούραστη είναι και χρόνο δεν χρειάζεται. Το Twitter έχει γίνει πλατφόρμα διαλόγου Καλλιτεχνών, Συγγραφέων μέχρι Υπουργών και Πρωθυπουργών. Των πάντων. Ο καθένας που μπορεί να συμπυκνώσει την σκέψη του και διαθέτει και λιγάκι χιούμορ (άσπρο ή μαύρο), βγαίνει στ' ανοικτά του Twitter και γεμίζει ακόλουθους και ανακόλουθους.
   Ποιος να καθήσει λοιπόν, στους καιρούς που η ροή των γεγονότων (ο Θεός να τα κάνει γεγονότα) των εκατοντάδων ή και χιλιάδων ''φίλων'' του f/b τρέχει με χίλια, να διαβάσει ανάρτηση με περισσότερες από 100 λέξεις? Πιθανόν λίγοι. Λίγοι και ρομαντικοί. Γι' αυτούς τους λίγους και τους ρομαντικούς θα προσπαθήσουμε να ξαναγεμίσουμε το blog Maditianos, με αναρτήσεις, ας ελπίσουμε, ενδιαφέρουσες.
   3-4 χρόνια μετά, όλα μοιάζουν τόσο διαφορετικά αλλά και τόσο ίδια. Τα μικρά και τα μεγάλα. Το πιο μικρό κι ασήμαντο: το παγκάκι μπρος στο ''Κρεπάκι'' στην Τσιμισκή (στη Διαγώνιο), έχει αφαιρεθεί για άγνωστους λόγους. Ήμασταν που ήμασταν λειψοί λόγω της (παροδικής ή μόνιμης???) ξενιτιάς μας ξήλωσαν και ''Το πιθάρι του Διογένη''....
   Ας είναι. Καλό Χειμώνα, καλές αναρτήσεις και καλές αναγνώσεις!!!
                                                                                                                             C.R.
συνέχεια »

Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2016

Στα ξένα γήπεδα

Μετά το τέλος του σχολείου, τον απογαλακτικσμό  από την οικογένεια και την μετοίκηση σε πιο μεγάλο και πολυπληθέστερο τόπο, υπάρχει πάντα η ανάγκη ένταξης  σε μια  ομάδα. Άλλος με το πανεπιστήμιο, άλλος από την δουλειά την βολεύουν.
 Πολλοί όμως από μας ακουμπήσαμε στον οπαδισμό. Δεν ήταν άσχημα! Γνωρίζεις ανθρώπους  (καλούς και κακούς), έχεις θέμα συζήτησης, έχεις  κοινές αγωνίες και θυμούς με πολλούς άλλους , ταξιδεύεις ενίοτε και περνάς ώρες μαζί τους, δημιουργώντας "κοινά βιώματα" τα οποία αμέσως σε κάνουν να αισθάνεσαι ότι είναι οι δικοί σου άνθρωποι. Σε κάνουν να λες "Εμείς".
Από αυτό το "Εμείς" αποσυνδέθηκα εκεί γύρω στο μακρινό  1999-2000. Αποσυνδέθηκα και από αυτό που ονομάζουν "Φίλαθλη ιδιότητα". Αποστροφή σχεδόν για κάθε είδους πρωταθλητισμό.
 Λίγο το ατελέσφορο της φάσης, λίγο ότι στο πρόσωπο του πρωταθλητισμού καθρεφτίζεται ο πιο άγριος καπιταλισμός αφού όλα είναι θέμα χρημάτων, λίγο ότι γύρω από αυτόν συγχρωτίζεται ότι πιο διεφθαρμένο στοιχείο της κοινωνίας υπάρχει, όλα αυτά μαζί δημιουργούν συνθήκες αποσύνδεσης και αποχώρησης από τον χώρο. Αλλά αυτό που με έδιωξε τελείως ήταν  η διαφορά που είχαμε στον τρόπο που αντιμετωπίζουμε τους  " Άλλους". Αυτή η χαοτική μας διαφορά στο πώς συμπεριφερόμαστε στους χώρους συνάθροισης με έκανε να ρίξω μαύρη πέτρα πίσω μου.
 Έκτοτε παρακολούθησα κάνα-δυό  Finalfour στο Βόλεϊ σε Ελλάδα και έξω, έτσι για την  Ηρακλήδικη παρέα.
Προϊόντος του χρόνου, μαθαίναμε, βλέπαμε και ακούγαμε από περιγραφές φίλων, ότι "έξω" γενικά οι συμπεριφορές στον χώρο του πρωταθλητισμού είναι διαφορετικές. Τόσα χρόνια, δεν επιδίωξα  να το  δω από κοντά.
 Χθες, πάλι Ηρακλήδικη ήταν η παρέα που με τράβηξε να παρακολουθήσουμε το ποδοσφαιρικό ματς της τοπικής Duisburg ενάντια στην Ghemnitzer για την Γ΄κατηγορία της Γερμανίας. Έφτασα 2΄πριν αρχίσει το ματς και κλείδωσα το ποδήλατό μου στις θέσεις πάρκινγκ των ποδηλάτων.  Αγορά εισιτηρίου και έλεγχοι σε 2΄και να ΄μαι μέσα σε ένα γήπεδο στολίδι 35.000 θέσεων ,πεντακάθαρο, σκεπασμένο για το σύνολο των θέσεων, με θύρες για μη καπνίζοντες,  έτοιμος να δω άλλα πράγματα.
Το πέταλο των οπαδών να δίνει τον τόνο με τα συνθήματα τους, που μια και δεν καταλαβαίνω ακόμα τη γλώσσα ότι και να έλεγαν δεν με ενοχλούσαν. Η μουσική των συνθημάτων όμως οικεία και ευχάριστη. Το κοινό πολυπληθές, οικογένειες με παιδιά κάθε ηλικίας, παρέες και μοναχικοί, όλοι ευδιάθετοι και χαρούμενοι απολάμβαναν  την Σαββατομεσημεριανή τους  έξοδο. Ανακατευτήκαμε με τον κόσμο, ήπιαμε μπύρες -την τοπική Konig pilsener- και απολαύσαμε. Απολαύσαμε το να είμαστε ανάμεσα σε κόσμο που απλά βγήκε να διασκεδάσει και όχι να ξεδώσει.. Να χαλαρώσει παρακολουθώντας ένα θέαμα και όχι να αγχωθεί για την επίτευξη κάποιου στόχου-αποτελέσματος. Εξάλλου αυτό το παλεύει στη δουλειά του.
Στο ημίχρονο, ο αγωνιστικός χώρος γέμισε με λάβαρα και εμβλήματα της ομάδας και της πόλης και στήθηκε ένας γρήγορος αγώνας με αγόρια και κορίτσια της τζούνιορ κατηγορίας.
Μετά το ημίχρονο, όταν σηκώθηκαν οι αναπληρωματικοί για ζέσταμα της μεν γηπεδούχου πήγαν να το κάνουν μπροστά στο πέταλο των φιλοξενούμενων οπαδών, ενώ οι φιλοξενούμενοι πήγαν μπροστά στους φανατικούς της Duisburg. Και χειροκροτήθηκαν αμφότεροι!
Στο τέλος τους αγώνα, αφού στήθηκε το ανάλογο σκηνικό στο γήπεδο με λάβαρα και εμβλήματα, οι παίκτες και των δυο ομάδων ανέβηκαν στις κερκίδες με τους οπαδούς τους  για να τους χαιρετήσουν προσωπικά. Μισή ώρα μετά τον αγώνα, οι παίκτες της Duisburg ήταν ακόμα πάνω στο πέταλο και με μαέστρο τον τερματοφύλακα που έδινε τον τόνο με έναν τηλεβόα, τραγουδούσαν και διασκέδαζαν με τον κόσμο, ενώ  κάποιοι παίκτες της Chemnitzer ήταν ακόμα στο χόρτο και μιλούσαν στις κάμερες.
Μου άρεσε! Θα ξαναπάω

  
συνέχεια »

Τρίτη 26 Ιουλίου 2016

Γιατί όχι ξανά...

 Θα μου πεις ρε φίλε ξανά μανά bloking το 2016; στην εποχή της πιασάρικης ατάκας των 15 λέξεων προς άγρα like; την εποχή που το συγκεκριμένο κοινωνικό δίκτυο φαντάζει παρωχημένο και αρχαίο;  Ε θα σου πω γιατί όχι; εδώ κάποιοι ρομαντικοί ακόμα κάθονται και γράφουν βιβλία, εμείς που θα γράψουμε πέντε αράδες;
 Μετά από 300 περίπου κείμενα και αναρτήσεις και 35.000 επισκέψεις, ο Μαδυτιανός είχε κλείσει έναν μεγάλο κύκλο. Ένας κύκλος που άρχισε το Φθινόπωρο το '11 μεσούσης της "κρίσης" όπως τη λέγαμε τότε.
 Μέσα από τα κείμενά του θυμηθήκαμε, προβληματιστήκαμε, αντιπαρατεθήκαμε και ίσως να ονειρευτήκαμε και λίγο. Συγκροτήσαμε την σκέψη μας και την κάναμε γραπτό λόγο. Τα ατελείωτα πήγαινε έλα στο πλακόστρωτο της παραλίας στην Θεσσαλονίκη και οι ατέρμονες διαφωνίες στα τραπέζια με την συνοδεία κρασιού, έδιναν την θεματολογία. Το χωριό και οι βίαιες καταστάσεις Σοκ στις οποίες υποβαλλόμαστε εκείνη την εποχή ήταν τα πηγάδια που αντλούσαμε.
 Τα πηγάδια αυτά εξαντλήθηκαν, φύραναν. Το Σοκ έγινε πλέον κατάσταση και το χωριό απομακρύνθηκε από την καθημερινότητά μας.
Σιγά σιγά αδειάσαμε κι εμείς. Μας πήρε μπάλα η καθημερινότητα και η εποχή. Η βιοπάλη και η ατάκα του fb. Έτσι έμεινε μετέωρος και ο Μαδυτιανός να αιωρείται στο cloud. Περάσανε κατά καιρούς σκέψεις να "κατέβει", αλλά τελικά επικράτησε η άποψη να μείνει ως αποθήκη και αρχείο των σκέψεών μας εκείνης της μαύρης εποχής.
  Αν όμως καταφέρεις και συγκροτήσεις την σκέψη σου έστω και μια φορά και την κάνεις κείμενο, είναι σίγουρο ότι θα θες μετά να το κάνεις συνέχεια.
 Γι' αυτό λοιπόν εγώ επανέρχομαι. Μετά από πρώτες σκέψεις να ενεργοποιήσω προσωπικό blog από το 2007 κρεμασμένο στο δίκτυο, ξαναγύρισα στον Μαδυτιανό.
Για να πάρω πάσες, για την βοήθεια που είχα στο στήσιμο από την Μεγαλόνησο και για να καταφέρω να ενεργοποιήσω ξανά τις υπόλοιπες πένες.
 Εδώ λοιπόν μακριά από τα αδιάκριτα βλέμματα του f/b. Εγώ ή κι εσύ αν είσαι πρόθυμος, που μπορούμε να γράψουμε παραπάνω από πέντε γραμμές.

                                                                                                                                              Κουκ

συνέχεια »

Κυριακή 17 Ιουλίου 2016

Το πλατάνι

Αχ αυτό το πλατάνι!
Πόσα δεν έγιναν και πόσα δεν ειπώθηκαν στον ίσκιο του . Όντας φυτεμένο στη μέση ακριβώς, έγινε το κέντρο της κοινωνικής ζωής ολόκληρου του χωριού..Ο ομφαλός του
Στα παγκάκια και στις πέτρινες πεζούλες που ήταν αραδιασμένες κάτω από τα κλαδιά του, οι σεβάσμιοι απόμαχοι του χωριού και της ζωής, έχουνε πει τις ιστορίες της ζωής τους και έχουν κουτσομπολέψει ασύστολα.
Τις πρώτες δημόσιες εμφανίσεις μας ως πιτσιρικάδες τις κάναμε στον ίσκιο του τρώγοντας παγωτό από το διπλανό μυθικό περίπτερο. Αργότερα όταν ήμουν φαντάρος στα 19 μου, τακίμιασα με κάποιον τότε 35 ετών που μου έλεγε μια ιστορία: ερχόμουν κάποιες Κυριακές στο χωριό σου με έναν οδηγό από τα εργατικά σας , τον Ναπολέων, πίναμε ούζα στο καφενείο στην πλατεία, εσύ έτρωγες παγωτό κάτω από το πλατάνι και σε έστειλα να με πάρεις τσιγάρα!
Το πλατάνι  ήταν το σημείο συνάντησης στις 4.45 τα ξημερώματα για να ανέβουμε στα Εργατικά. Εκείνη την άγρια πρωινή ώρα γίνονταν τα μεγαλύτερα καλαμπούρια και οι πιο χοντρές πλάκες που έγραψαν ιστορία.
Στον ίσκιο του  τα καλοκαιρινά απομεσήμερα δημιουργούνταν οι ομάδες για τις θαλάσσιες εξορμήσεις. Εκεί περιμέναμε ώρες το λεωφορείο ή οι πιο τυχεροί ή οι μεγαλύτεροι κάποιον με αυτοκίνητο.
Εκεί πλάσαμε με το μυαλό μας ή εξομολογηθήκαμε τους πρώτους μας έρωτες.
Κάτω από τον πλάτανο ήταν το σημείο συνάντησης τα ξημερώματα μετά από ξενύχτια στο παραθαλάσσιο μέτωπο. Πότε Marabu, πότε Make ap, πότε Dorian gray. Όπου κι αν ήμασταν εκεί γυρίζαμε για να συναντήσουμε άλλες παρέες και να σχολιάσουμε τα της νύχτας.
Στο πλατάνι πάνω καρφώνονταν όσοι κάναν μαγκιές με δίτροχους ή τετράτροχους πυραύλους.
Στο πλατάνι πάντα είχε ραντεβού ο Ελλήσποντος για να φύγει για τους αγώνες του στα γύρω χωριά.
Στα κλαδιά του ήταν στερεωμένο το μεγάφωνο-χωνί της κοινότητας που ο γραμματέας ανακοίνωνε τις διακοπές στην υδροδότηση και έβριζαν από κάτω οι "αντίθετοι".
Εκεί ήταν που γίνονταν οι ζυμώσεις και οι σχηματισμοί των συνδυασμών για τις τοπικές εκλογές.
Στον κορμό του αναρτούσε οι κοινότητα και οι σύλλογοι τις ανακοινώσεις τους.
Στον κορμό στα κλαδιά και στον ίσκιο του ήταν κρεμασμένη και απλωμένη όλη η ζωή του  χωριού.
Σ' αυτό το πλατάνι έχουμε δώσει τα μεγάλα ραντεβού εμείς τα πολιτάκια για όταν αποστρατευθούμε και επιστρέψουμε στο χωριό για να λέμε τα ψέματα και τις ιστορίες μας απ' αυτά που είδαμε στον κόσμο. Δεν θα είναι αυτό το πλατάνι, Θα είναι κάποιο άλλο πλατάνι ή κάποιο άλλο δέντρο ή οτιδήποτε άλλο. Ο συμβολισμός του όμως για μας που το ζήσαμε θα παραμένει στο μυαλό μας ο ίδιος και πάντα όταν δίνουμε τα ραντεβού μας θα λέμε στο Πλατάνι.

συνέχεια »