Τετάρτη 6 Δεκεμβρίου 2017

2008

2008. Δεκέμβριος.
Δύο  θρασύτατοι 16άχρονοι . Όπως πρέπει να είναι οι δεκαεξάχρονοι απέναντι στον κόσμο που βρίσκουν χτισμένο από κάτι ραμολιμέντα.
Μια πλατεία -καζάνι  που βράζει, αντίβαρο στην καθεστηκυία τάξη.
Οι δεκαεξάχρονοι βγάζουν την γλώσσα στην εξουσία.
Την εξουσία εκπροσωπούν δύο  ευέξαπτοι ράμπο .
Μια σφαίρα.
Ο μεγαλοδικηγόρος είπε ότι εξοστρακίτηκε.
Μια ζωή που δεν πρόλαβε να ανθίσει,  μαράθηκε και κόπηκε.
Σε λίγες ώρες χιλιάδες κόσμου,  συντεταγμένα, είναι στους δρόμους κάθε πόλης.
Τέτοια οργάνωση και εκτέλεση κινητοποιήσεων σε τόσο λίγο χρόνο, ούτε το ΚΚΕ την δεκαετία του '40 δεν μπορούσε να καταφέρει.
Πολλά ακούστηκαν.
Οι αλλοδαποί μπροστάρηδες που πιάσανε δεν μάθαμε ποτέ τι απέγιναν.
Ο ένας ράμπο ελεύθερος από την πρώτη στιγμή σχεδόν
Ο άλλος σε λίγο.
Η ζωή που κόπηκε, πάει.
Η άλλη σέρνεται στις φυλακές με πρησμένο το πρόσωπο από φωτο-σόπια για να μάθει.
Να μάθει να μην βγάζει τη γλώσσα.
Να μάθεις κι εσύ να φοβάσαι.

                                            Κουκ




συνέχεια »

Σάββατο 2 Δεκεμβρίου 2017

Γύρω από τις φωτιές στα γιαπιά

Νομίζω ότι οι χειμώνες παλιότερα ήταν πιο ψυχροί ή τουλάχιστον έτσι μας φαίνονταν ως πιτσιρίκια, μαθητευόμενοι μάγοι τότε στο γιαπί .Αυτές οι κρύες μέρες ήταν πάντα πολύ δύσκολες.
Πάντα είχαμε την κρυφή ελπίδα ότι θα αποφασίσουν  οι παλιομαστόροι να μην  δουλέψουμε και έτσι θα μπορούσαμε να κάνουμε τα δικά μας.
Όμως αυτοί είχανε άλλη λογική. Είχαν να ταΐσουν οικογένειες. Εμείς μόνο τα κορμιά μας. Άπαξ και έβγαιναν από το σπίτι να πάνε στην οικοδομή, έπρεπε να δουλέψουν ο κόσμος να χαλάσει.
Μια φορά, στα μακρινά '80 ,  έναν παγωμένο Δεκέμβρη δουλεύαμε στο ύψωμα της Νέας Ελβετίας. Φτάνουμε 6.20 στο γιαπί με μια ξεροπαγωνιά που σου έκοβε την ανάσα.
Περνάμε από τα βαρέλια με την γνωστή κίνηση-δοκιμή με το χέρι για την κατάσταση του νερού. Πάγος χοντρός και συμπαγής. Εντάξει λέω μάλλον θα φύγουμε. Δοκιμάζουμε την βρύση, παγωμένη. Σίγουρα θα φύγουμε!
Για βάστα όμως.  Βλέπω ανάβουν φωτιά οι μπαρμπάδες. Εκείνη τη φωτιά με τις μπετατζιδικες χλάπες
που μόλις  αναβανε με τα καμένα λάδια που ήταν για την λίπανση της "μηχανής", άρχισζαν να σκάνε τα τσιμέντα που είχαν πάνω τους και να κάνουν τον τόσο γλυκό και μαυλιστικό εκείνον ήχο.
Εκεί γύρω από τη φωτιά στήθηκε το μεγάλο επιχειρησιακό συμβούλιο.
Χωρίς πολλά πολλά η απόφαση βγήκε.  Θα δουλέψουμε!
-Εντάξει μωρέ αστάρια έχουμε δεν τα πειράζει η παγωνιά .
Πήρε ο μάστορας μια φτιαριά κάρβουνα και τα έριξε στο βαρέλι. Ακόμα μια φτιαριά τα έβαλε κάτω από τη βρύση.
-Μέχρι να ξαλάξουμε θα έχουν ξεπαγωσει και τα  δύο. Ίσα ξαλάξτε
να ζεσταθούμε!
Μια άλλη φορά στις ανοιχτωσιες και στα ψηλωματα της Νέας Πολιτείας του Ευόσμου. Παγωνιά φαρμάκι. Τα λιμναζοντα νερά στα  μπαλκόνια είχαν γίνει 10cm πάγος.
Ίδια φωτιά, ίδιο συμβούλιο, ίδια απόφαση απλά άλλο σκεπτικό.
- Εντάξει μωρέ ψιλά έχουμε. Άμα είναι γερά τα αστάρια δεν έχουν ανάγκη τα ψιλά.
-Ίσα ξαλάξτε.

                                           Κουκ








συνέχεια »

Κυριακή 26 Νοεμβρίου 2017

Ποιος έχτισε την Θήβα την επτάπυλη

Οι επεκτατικοί πόλεμοι στην Μέση ανατολή και στις πηγές του Νείλου, του πρώιμου, του μέσου και του ύστερου βασιλείου,  τροφοδοτούσαν με "εργατικό δυναμικό "την κατασκευή των πυραμίδων για να αναπαύεται εν ειρήνη ο Χέωπας.
  Η Σεισάχθεια ήταν που έχτιζε τους Παρθενώνες του Περικλή και του Φειδία.
  Η κρυπτεία εξασκούσε τους πολέμαρχους της ξακουστής Σπάρτης.
  Τα στίφη, που μάζεψε με το βούρδουλα στο διάβα του ο Αρταξέρξης, έριξε πρώτα ως βορά στα Σπαρτιάτικα όπλα στην κλεισούρα των Θερμοπυλών.
  Ήταν ο Σπάρτακος με τις εξεγέρσεις του, που χαλούσε το πάρτι των μεγάλων κατασκευάστικών έργων του Καίσαρα.
  Ήταν οι κωπηλάτες στις γαλέρες των Δόγηδων, που έκαναν ξακουστή και πανίσχυρη την Γαληνοτάτη.
  Ήταν η ψυχή της Κεντρικής Αφρικής, που πλημμύρισε τα μπαμπακοχώραφα της Αλαμπάμπα και τα ζαχαροχώραφα της Καραϊβικής και της Βραζιλίας και πλούτισε τους Αγγλους Γάλλους Πορτογάλους.
   Ήταν οι δεκαεξάωρες εφταήμερες βάρδιες των παραγιών στις μανιφακτούρες της Βιομηχανικά επαναστατημένης Ευρώπης, που την ανέστησαν οικονομικά .
  Ήταν οι δεκάδες χιλιάδες νεκροί και ακρωτηριασμένοι στα τσιφλίκια του στο Κονγκό του (παραλίγο βασιλιά της Ελλάδας ) Λεοπόλδου του Βελγίου, που θεμελίωσαν τις Βρυξέλλες ως σύγχρονη πρωτεύουσα της Ευρώπης.
  Ήταν οι κολίγοι, που τάιζαν τη Ρούσικη αριστοκρατία και ανακύρηξαν τον Πέτρο σε Μέγα.
   Ήταν τα εκατομμύρια τών λιμασμένων Κινέζων χωρικών, που είπαν τον Μάο "Πατερούλη".
  Είναι "εργάτες " από το Μπαγκλαντές, τη Σρι Λάνκα και το Πακιστάν, που έχτισαν τις ιλουστρασιόν πόλεις του Περσικού κόλπου.
  Είναι τα εξαναγκασμένα σχολιαρόπαιδα της  Foxconn, που κατασκευάζουν τις hitec οθόνες μας.
  Είναι η εξαγωγή δημοκρατίας των ΗΠΑ και της ΕΕ, που έστησε τα μαγαζιά στη Λιβύη για να πωλείται πέντε παράδες η οκά, η ανθρώπινη ζωή.
  Και είναι και ο Δυτικάνθρωπος, που το πρωί ψήφισε τον πολιτικό που του υποσχέθηκε τα πιο ασφαλή σύνορα και το βράδυ αφού έφαγε το δείπνο του, ακούμπησε πίσω στην πολυθρόνα του, ρεύτηκε, και έκανε τον σταυρό του : Δόξασοι ο Θεός και σήμερα, είχαμε δημοκρατία, φάγαμε, ήπιαμε, θα κοιμηθούμε στα ζεστά. Μεγάλη η Χάρη Του.

Υ.Γ. Φυσικά ο τίτλος είναι δανεισμένος.

                                        Κουκ









συνέχεια »

Τρίτη 12 Σεπτεμβρίου 2017

Borsigplatz

Ένας ακόμα σταθμός στην εδώ και ενάμισι χρόνο έξοδο από την Ελλάδα. Το Dortmund είναι μια ήσυχη μικρομέγαλη επαρχιακή πόλη του κρατιδίου της NorthReinaWestfalen της Γερμανίας.
Λίγο έξω από τον κεντρικό δακτύλιο της πόλης,  βρίσκεται η Borsigplatz. Ίσως το πιο καυτό και ζωντανό σημείο της πόλης.
 Η ιστορία της πλατείας και της ευρύτερης περιοχής είναι μακρά και πήρε το όνομά της από τον Alberd Borsig που ίδρυσε και εγκατέστησε εκεί ένα εργοστάσιο. Έκτοτε εγκαταστάθηκαν μεγάλα εργοστάσια που άφησαν το στίγμα τους.
Εδώ, σ' αυτήν την ζωντανή περιοχή ιδρύθηκε η ποδοσφαιρική ομάδα του Dortmund η Borusia. To στολίδι και το κόσμημα της πόλης. Κάθε φορά που παίζει η Borousia εντός έδρας, η πόλη τζιράρει εκατομμύρια! Τα ξενοδοχεία και τα σπίτια από την Airbnb έχουν πληρότητα 100%. Οι επισκέπτες  έρχονται από όλη την Γερμανία και την Ευρώπη είτε για να ζήσουν τις μαγικές στιγμές εντός του Signal Induna Park είτε για περιηγηθούν στην πόλη που έχει γιορτινή διάθεση. Και αυτό συμβαίνει σε κάθε εντός έδρας παιχνίδι της ομάδας.
Πίσω λοιπόν στην πλατεία μας όπου είχε και το πρώτο γήπεδο η ομάδα. Όταν ήρθαν οι Ναζί απαλλοτρίωσαν το χώρο για να στήσουν ένα τεράστιο χαλυβουργείο και έτσι η έδρα της ομάδας μεταφέρθηκε στα νότια της πόλης. Πρώτα σε ένα μικρό γήπεδο που σήμερα παίζουν τα μικρά και οι γυναίκες της ομάδας και αργότερα, στο ίδιο πάρκο, στο σημερινό υπερσύγχρονο γήπεδο. Εδώ στην πλατεία πανηγυρίζουν τα τρόπαια και τις επιτυχίες της ομάδας. Πάνω από την πλατεία και τον συγκεντρωμένο κόσμο έκανε τρεις γύρους το αεροπλάνο της ομάδας όταν έφερνε το κύπελλο τον Μάιο και εκεί κατέληξε με το ανοιχτό λεωφορείο η ομάδα για να το παρουσιάσει στους φιλάθλους της.
 Το παλιό γήπεδο, παλιό πλέον εργοστάσιο, που είναι μια ανάσα από την πλατεία, είναι σήμερα  ένα τεράστιο πάρκο-δάσος με πισίνες και γήπεδα ποδοσφαίρου για το κοινό, γήπεδα τένις, μπέιζμπολ και Αμερικάνικου ποδοσφαίρου που φιλοξενούν αγώνες από τις liges της χώρας. Θα προσπαθήσω να  παρακολουθήσω κάποια στιγμή έναν ολόκληρο  αγώνα μπείζμπολ για  να καταλάβω περί τίνος πρόκειται .
 Τα παλιά εργοστάσια και η ζήτησή τους σε ανθρώπινο δυναμικό δημιούργησαν και την ανθρωπογεωγραφία της Borsigplatz. Παλιά εγκαθίστανται εδώ εργάτες που έρχονταν από παντού για να δουλέψουν. Σήμερα, σε συνέχεια αυτής της κατάστασης, οι κάτοικοι της περιοχής είναι πλέον από όλη την Ευρασία. Είναι η πιο multi culti περιοχή της πόλης.
Κυρίαρχο το Τούρκικο στοιχείο αλλά δεν σταματά εκεί. Τα Τούρκικα γυράδικα, οι μυρωδιές τους και ο κόσμος τους στέκουν σχεδόν σε κάθε γωνία των έξι δρόμων που ξεχύνονται  στην πλατεία. Τα kiosk που τα έχουν Τούρκοι είναι τα στέκια της περιοχής. Bar κάθε λογής, εθνικότητας και κουλτούρας που ξημερώνονται τα Σαββατοκύριακα το καθένα με το στίγμα του. Τα ανατολίτικα αργελετζίδικα κλειστά με τον κόσμο μέσα. Τα Ελληνικά καφενεία με τα τραπεζάκια στο πεζοδρόμιο με τη φράπα και τα τσίπουρα. Τα μαγαζιά των νέγρων κλειστά από παντού να μην φαίνεται τίποτα μέσα. Τα διάφορα Ηellas,  Pamir, Anadolu  και Kabul Markt δίνουν το στίγμα για τους κατοίκους, δίνουν χρώμα και μυρουδιές από τις πραμάτειες τους και είναι τα κέντρα συνάντησης των επιμέρους εθνικών ομάδων.
Μαύροι από όλη την Αφρική, μελαψοί Ασιάτες, Έλληνες, πρώην Γιουγκοσλάβοι, μεθυσμένοι, άστεγοι, κατσίβελοι και κατσιβέλες με τα πολύχρωμα φορέματα από την Ρουμανία, μαγαζιά με τζόγο, Κορίτσια, δώσε πάρε ντρόγκες και τσαμπουκάδες. Ένα συνεχές και ασταμάτητο πήγαινε-έλα από τα σπίτια-στέκια στα μαγαζιά της πλατείας. Κάθε Σαββατοκύριακο τα πάρτι στα σπίτια και στα μικροσκοπικά μπαλκόνια που βλέπουν στις πίσω αυλές  φεγγοβολάν και δίνουν τον τόνο με τις μουσικές τους και τα γέλια των παρευρισκομένων.
 Είναι το μόνο μέρος στην Γερμανική μου περιήγηση που βλέπω τον κόσμο σταματημένο έξω από τα μαγαζιά να μιλάει μεταξύ του. Είμαστε  γνωστοί μεταξύ μας . Είμαστε  οι θαμώνες και οι κάτοικοι της Borsigplatz.

                                                                                                                        Κουκ

συνέχεια »

Κυριακή 3 Σεπτεμβρίου 2017

Ποδηλατοδρομίες

  Η ιστορία πάνω στα πετάλια ξεκινάει όπως των περισσότερων, με τα μικρά τρίκυκλα ποδηλατάκια. Περιορισμένος στην βεράντα  για να μην ''μετρήσω'' τα σκαλοπάτια, έφερνα βόλτες και ονειρευόμουν πότε θα ήμουνα έτοιμος να ξανοιχτώ μέχρι το τρίτο πεύκο στην άκρη του οικοπέδου!
  Όταν ήρθε ο καιρός, με ένα δανικό μικροσκοπικό 14" ή 16'', άρχισα να ισορροπώ. Δεν μπορούσα όμως να σταματήσω και έπεφτα πάνω σε μια στοίβα αμμοχάλικου για να σταματήσω και να να ξαναξεκινήσω.
   Έφτασε κάποια στιγμή η ηλικιακή ολοκλήρωση για να αποκτήσω επιτέλους το δικό μου κανονικό ποδήλατο! Εικόνα χαραγμένη ανεξίτηλα στην περιοχή των παιδικών αναμνήσεων. Άνοιξη με τα σχολεία στο τελείωμα τους. Δεν θυμάμαι τον λόγο που βρέθηκα με τους γονείς μου στην Θεσσαλονίκη. Απλά θυμάμαι ότι βρέθηκα μέσα σε ένα ποδηλατάδικο να δοκιμάζω μεγέθη και στυλ ποδηλάτων. Διάλεξα ένα Universal 20'' με κόντρα. Το συγκεκριμένο μοντέλο έπαιξε πολύ εκείνη την εποχή. Το έφερε και ο Μαθιός (ο επίσημος ποδηλατάς του χωριού μας)  και το είχανε σίγουρα και ο Βλάχος και ο Ραμπότας. Από το ποδηλατάδικο, μάλλον κάπου κοντά στην Κολόμβου, το πήγα καβάλα, με τις βοηθητικές εννοείτε, μέχρι το πρακτορείο των ΚΤΕΛ. Το παλιό, εκείνο που ήταν πάνω στην πλατεία Αντιγονιδών πριν μετακομίσει στην ιστορική οδό Ειρήνης. Εκεί το ποδήλατο φορτώθηκε στην οροφή του πράσινου λεωφορείου και ταξιδέψαμε μέχρι το χωριό. Περιττό να πω ότι μέχρι να φτάσουμε δεν ξεκόλλησα τα μάτια μου από τον ουρανό βλέποντας νοητά το αντικείμενο που θα με ταξίδευε και θα με οδηγούσε σε δρόμους μακρινούς.
Σε πολύ λίγες μέρες οι βοηθητικές ήταν παρελθόν και από κει και μετά άρχισε το μεγάλο ταξίδι.
  Δεν ξέρω πως είναι τώρα με τα παιδιά αλλά τότε το ποδήλατο ήταν μέσο κοινωνικοποίησης. Με το ποδήλατο έφτανες στα σημεία συγκέντρωσης της τσακαλοπαρέας και μ' αυτό γίνονταν πλέον όλες οι εξορμήσεις. Δεύτερη φύση το ποδήλατο. Πηγαίναμε παντού πλην του δημόσιου (του μόνου ασφαλτοστρωμένου δρόμου του χωριού δηλαδή) που μας απαγόρευαν την πρόσβαση λόγω της κίνησης  των αυτοκινήτων. Οι παιδικές καλοκαιρινές μνήμες είναι απόλυτα συνυφασμένες με το ποδήλατο.
  Σε μια  εξόρμηση τεσσάρων ατόμων προς την Κοκαλού, κάπου εκεί στις αμυγδαλιές του Σέσουλα μας την έπεσαν τα τσοπανόσκυλα. Οι τρεις "ψαγμένοι" δεν τρέξαμε. Ο ένας που έτρεξε, τον πήγαν καροτσάκι για κανά χιλιόμετρο. Όταν φτάσαμε τελικά όλοι μαζί στην Κοκαλού αποφασίσαμε να χωριστούμε. Δύο θα ξαναγυρίζαμε από τον χωματόδρομο και δύο τολμηροί από την δημοσιά. Στην συνάντησή μας πίσω στο χωριό, αφηγούμενοι την περιπέτειά μας, λες και κάναμε  διαγωνισμό του πιο ευφάνταστου ψέματος! Εμείς οι δύο στα χωράφια. συναντήσαμε λέει  έναν λύκο και ατρόμητοι περάσαμε δίπλα του χωρίς να τον ενοχλήσουμε και να μας ενοχλήσει. Οι άλλοι δύο είχανε μια περιπέτεια με το 100 που τους σταμάτησε αλλά αγέρωχοι οι δεκάχρονοι  φίλοι μας τους εξήγησαν το εξερευνητικό μας project και συνέχισαν κανονικά!
  Μια φορά, καμιά εικοσαριά ποδήλατα είχαμε φτάσει μέχρι την 6 στροφή της Βαρβάρας. Στο κατέβασμα, στην τρελή κατηφόρα  και πριν μια στροφή σχεδόν 180° φωνάζω : παίδες ελέγξτε τα φρένα σας. Τί τα θες. Με πούλησε η κόντρα και έγινα χαλκομανία πάνω σε μια σκουτζιά από πουρνάρια.
  Πετάγματα σε αυτοσχέδιες πίστες, κόντρες και κονταροχτυπήματα. Αλητείες και τσαμπουκάδες. Μελανιασμένα και γδαρμένα γόνατα και χέρια. Πρωινές και νυχτερινές εξορμήσεις. Το ποδήλατο είχε λόγο σε όλα. Και κάποια στιγμή μέσα σε όλο αυτό, έκαναν και την εμφάνισή τους τα πρώτα BMX. Σημάδι ότι άρχιζε κάπως να εκσυγχρονίζεται η φάση
Όταν η πρώτη αθωότητα άρχισε να υποχωρεί και να  δίνει την θέση της σε πιο περίπλοκα πράγματα, άρχισε να σπάει η φάση και πλέον πηγαίναμε  στην δουλειά αλλά πάντα με το ποδήλατο. Στο  κτήμα του Μαλιαρού,  στα ροδάκινα και στα αχλάδια του Μάκου ή αργότερα στην "πρέσα", στην βιοτεχνία τούβλων που ήταν το τελευταίο απομεινάρι μιας ανθούσας χειροτεχνίας  του χωριού μας.
  Το ποδήλατο το κρεμούσε κάθε χρόνο ο πατέρας μου στο υπόγειο με το που άρχιζαν τα σχολεία.
Έμενε εκεί μέχρι τις επόμενες καλοκαιρινές βόλτες. Βλέπετε η  κρατούσα άποψη εκείνη την εποχή ήταν ότι το ποδήλατο είναι μόνο για παιχνίδι και  μέσο παραγωγής σκανταλιάς και ανεμελιάς. Οπότε όταν άρχιζε η σοβαρή περίοδος του σχολείου, αυτό δεν είχε θέση. Τρομάρα μας! Γι αυτό μίσησα και συνεχίζω να μισώ τις σοβαρές "περιόδους" και τις καθώς πρέπει στιγμές και κοινωνικότητες.
  Πέρασαν οι εποχές, έδωσε "ο διάολος χαμπάρι" και το ποδήλατο, από το κέντρο του κόσμου μου, έγινε ένα  αντικείμενο που απλά έπιανε τόπο στο υπόγειο.
  Όμως στο σπίτι γενικώς είχαμε μια κάποια ποδηλατική κουλτούρα. Θυμάμαι πολύ καλά το σιδερένιο 28άρι από τα χρόνια του παππού μου που κυκλοφορούσε εκεί στο σπίτι. Έτσι κάποια στιγμή, όταν το δικό μου uUniversal παρατήθηκε αφού είχε φάει τα ψωμιά του, ο πατέρας μου πήρε για τον εαυτό του ένα μεγάλο 26άρι universal. Κυριλέ, με φτερά, δυναμό, φανάρια και σχάρα αλλά δεν το πολυκαβαλούσα γιατί είχα "άλλες" ασχολίες.
  Μια φορά πήγαινα στα αλώνια, και κάπου εκεί στη Σουλτάρα, εξείχε μια λεία πέτρα. Από υπερβολική σιγουριά και από γινάτι περνούσα πάντα από πάνω της για κανά ψιλοπεταγματάκι.. Αυτήν την φορά,το τράνταγμα έστειλε το δυναμό μέσα στις ακτίνες της μπροστινής ρόδας... Η συνέχεια... δύσκολη!
   Πέρασαν τα χρόνια και το ποδήλατο βγήκε τελείως από το κάδρο. Όπως βγήκε από την Ελληνική ζωή γενικότερα. Από τα μέσα των 80' και μετά η Ελλάδα άρχισε να ζει στον ρυθμό του life style και του αυτοκινήτου και το ποδήλατο δεν είχε καμία θέση στον νέο αυτόν τρόπο ζωής. Έτσι το ποδήλατο γενικότερα παρέμεινε στάσιμο και τα μόνα ποδήλατα που κυκλοφορούσαν ήταν οι κούρσες αυτών που έτρεχαν με τους συλλόγους.
  Ξαναέκαναν την εμφάνισή τους μετά το '90, όταν τα ξέθαψαν από τα υπόγεια οι Αλβανοί μετανάστες. Λαός με ποδηλατική κουλτούρα, όχι την βορειοΕυρωπαική, αλλά  με μια δικιά του, που την δημιουργούσε η ανάγκη για ανέξοδη μετακίνηση. Γέμισαν τα γιαπιά στον Εύοσμο και στην Τούμπα και τα θερμοκήπια και τα ανθοκήπια πέριξ της πόλης  με τα ποδήλατα των Αλβανών εργατών. Ψευτομάουντεν και ότι να 'ναι που τα είχαν ξεθάψει από τα υπόγεια των σπιτονοικοκύριδων τους.
  Εκεί περίπου στο '97, αγοράζει ένας φίλος ένα ότι να 'ναι μάουντεν 26'' από την ποδηλατούπολη, με σκοπό να πηγαινοέρχεται  δουλειά-σπίτι από το Παπάφειο στον Αγ. Σπυρίδωνα στην Τριανδρία ευελπιστώντας να χάσει κανένα κιλό. Το έκανε μια φορά, κοντέψαμε να τον χάσουμε αφού ήταν τελείως απροπόνητος και με τσιγάρο στο pic. Αυτό ήταν! Με 15.000 δρχ ήταν δικό μου. Έκτοτε δεν έμεινα ποτέ ξανά χωρίς ποδήλατο!
 Μικρές αναγνωριστικές βόλτες στην παραλία της Θεσσαλονίκης. Έρημη και απόμερη τότε η νέα παραλία δεν είχε καμία σχέση με το σημερινό στολίδι. Μετά από λίγο καιρό γνωριζόμουν με όλους τους γραφικούς (μαζί και 'γω) που ποδηλατούσαμε. Αυτό το ποδήλατο είχα όταν κάποια στιγμή έξω από τον Θερμαϊκό πίνοντας μπύρες μου είπε κάποιος φίλος: γρήγορα θα το βαρεθείς να ξέρεις. Γελούσα από μέσα μου γιατί ήξερα ότι μόλις είχε ξεκινήσει κάτι που θα κρατούσε.
   Δεν πήγε για πολύ με αυτό, πως θα μπορούσε άλλωστε να πάει πολύ με ένα ποδήλατο από την ποδηλατούπολη. Βέβαια τελείωσε άδοξα και πήρα την πρώτη μου κρυάδα. Μου το έκλεψαν από το πατάρι της εισόδου της οικοδομής που μένω.
   Άρχισα να ψάχνομαι. Πολύ λίγες οι επιλογές εκείνη την εποχή και επέλεξα την  σταθερή αξία τον Θεοτόκη. IDEAL BOOMAX 26''  350€. Μερτσέντα ρε φίλε! Simano, V-break και τέτοια. Ελληνικά ποδήλατα φτιαγμένα στην Πάτρα.   Ειδικά πετάλια- σετ με παπούτσια simano που κουμπώνουν πάνω για να τραβάς κιόλας το πετάλ , όχι μόνο να πατάς Λίγο καλύτερη κλειδαριά και αποθήκευση στο κλειδωμένο υπόγειο πλέον.Έβαλα πάνω κοντεράκι και ξεκίνησα να γράφω χιλιόμετρα.
  Μια φορά πάνω στο ανάχωμα του Αξιού πηγαίνοντας προς το Δέλτα, μου την έπεσε μια αγέλη σκυλιών. Εκεί που προσπαθούσα να γλιτώσω βάζοντας το ποδήλατο ανάμεσα σε μένα και σ' αυτά, βγαίνει ένας αρχάνθρωπος μέσα από μια καλύβα και ενώ τα σκυλιά λυσσομανούσαν, με ρωτάει : ρε ντερβίσι μήπως είσαι τίποτα από αυτούς τους οικολόγους;
  Πήγα μια φορά από Θεσσαλονίκη μέχρι τη Νέα Μάδυτο. 70χιλ απόσταση. Ανέβηκα από την Νεάπολη, Μετέωρα και πίσω από το γήπεδο του Κεραυνού πήρα τον δρόμο μέσα από το Σέιχ Σου που παρακάμπτει το Ρετζίκι και  το Ασβεστοχώρι , περνάει από το Φιλίππειο  και βγαίνει στο Παπανικολάου. Από 'κει μέχρι την είσοδο του χωριού του Χορτιάτη που αριστερά ο χωματόδρομος τραβερσάρει το βουνό και καταλήγει στο Αδραμέρι. Από 'κει από χωματόδρομους με κατηφόρα έφτασα μέχρι τον Γερακαριώτικο λάκο. Οι τσομπανόσκυλοι που μπήκαν στο καταπόδι μου μόνο τη σκόνη μου έβλεπαν στην κατηφόρα. Ποιο 'κει όμως στους παραλίμνιους χωματόδρομους που το ποδήλατο βούλιαζε στην άμμο, ο σκύλος που βγήκε στο κατόπι μου ήταν ένα μπόι με το ποδήλατο. Πως σώθηκα; ε, εγώ το ξέρω.
 Μια άλλη φορά, από τις κεραίες στο Χορτιάτη έκανα τραβέρσα όλο το βουνό μέσα από χωματόδρομους και ξαναγύρισα στο ίδιο σημείο. Κάπου εκεί στην Περιστερά έξω από ένα μαντρί τα σκυλιά που μου την έπεσαν νομίζω ήταν περισσότερα κι  από τα κατσίκια του κοπαδιού. Για καλή μου τύχη, με έσωσε μια γριούλα 80+ που βγήκε μέσα από την καλύβα και τα λιοντάρια που πριν  ήθελαν να με κατασπαράξουν,  μπροστά της έγιναν αρνάκια.
  Με το BOOMAX στον γύρο της Κερκίνης,  θαύμασα το εικονικό  χωριό που είχε στήσει μέσα στα αβαθή νερά της ο Αγγελόπουλος για της ανάγκες μιας από τις πανάκριβες ταινίες του, και τα περίφημα βουβάλια της και τους βοσκότοπους τους που είναι κοινοί με δεκάδες ήδη πουλιών.
  Στον γύρο της Βόλβης είδα άλογα, πολλά ζευγάρια κύκνων, πελεκάνους, μαυροπελαργούς, φλαμίνγκο και Ρωμαϊκά  ή Οθωμανικά λουτρά να στέκουν ερείπια γεμάτα σκουπίδια από τα παρακείμενα ανθοκήπια. Εκεί έπαθα λάστιχο και καθ΄ότι απροετοίμαστος, σήκωσα κάποιον από την μπιρίμπα να έρθει να με φορτώσει.
  Καταπληκτική διαδρομή και ατελείωτα χιλιόμετρα πάνω στη σέλα ήταν  από την Μάδυτο με την τρελή  ασφάλτινη ανηφόρα προς τη Βαρβάρα, συνέχεια από χωματόδρομους  μέσα από τα καταπληκτικά δάση Οξιάς του Στρατωνικού Όρους με κατάληξη στις πανέμορφες παραλίες στο Ζέπκο. Άσφαλτο μέχρι την διασταύρωση του Σταυρού και μετά ξανά χώμα μέσα από τον Ρήχειο και του Μοδιού το λάκο.
 Μια φορά κατέβηκα  από τα Στάγιρα μέσα από του χωματόδρομους και τα ρέματα του Κάκαβου προς της παραλίες της Ιερισσός, πολύ πριν αυτό το πανέμορφο βουνό μπει στο στόχαστρο της ανάπτυξης. Χαμηλά εκεί που ηρεμεί το ποτάμι και λίγο πριν βγει από το δάσος, θαύμασα μια βίδρα!
 Μετά από λίγο, σε μια στένωση του ρέματος συνάντησα ένα μαντρί που το φυλούσαν τα δεύτερα πιο κακά και άγρια σκυλιά που συνάντησα στην περιήγησή μου σε βουνά και κάμπους. Τα πιο κακά τα συνάντησα κάποτε στην ορειβατική μου καριέρα στα 2000m στην Αστράκα αλλά αυτό είναι άλλο κεφάλαιο . Τέλος πάντων, εκεί στον Κάκαβο υποσχέθηκα στον εαυτό μου ότι τελείωσα με το ποδήλατο στα βουνά και στις εξοχές γιατί με τα σκυλιά είχα αρχίσει να έχω πρόβλημα αφού εκτός τον σοβαρό κίνδυνο που διέτρεχα για την σωματική μου ακεραιότητα,  άρχισαν να με επισκέπτονται και στους εφιάλτες μου.
  Εκείνη την εποχή ο Δήμαρχος της Θεσσαλονίκης είχε δημιουργήσει ένα μικρό δίκτυο ποδηλατόδρομων συνολικού μήκους  12χιλ. Τότε ήταν η άνοιξη του ποδηλάτου για την Θεσσαλονίκη.  Τα ποδηλατάδικα άνοιγαν το ένα πίσω από το άλλο και τα ποδήλατα συνωστίζονταν στους λίγους ποδηλατόδρομους. Τότε μας πλάσαραν τα treking. Το BOOMAX λοιπόν στο χωριό και το καινούριο treking μου έτοιμο. Ένα Cube χάρμα ιδέσθαι με 600€ που έκανε να μοιάζει οτιδήποτε είχα μέχρι τώρα με κάρο! Ασφάλτινα πλέον τα χιλιόμετρα κατά εκατοντάδες. Μακριά από επικίνδυνα σκυλιά και περίεργους τύπους αλλά αγκαλιά με τα διερχόμενα αυτοκίνητα.
  Πολλά χιλιόμετρα σε μικρό διάστημα. Λάστιχα δεν πρόλαβα να αλλάξω ακόμα και ήρθε το δεύτερο χτύπημα. Μου το έκλεψαν μαζί με το ζευγάρι του, το γυναικείο Cube άλλα 600€, μέσα από κλειδωμένο υπόγειο στην οικοδομή. Τρελή μπάζα τα σαΐνια.
 Αμέσως σχεδόν επέλεξα πάλι ένα treking. Ένα Ghost με 550€ γιατί ήταν μοντέλο προηγούμενης χρονιάς. Καλό αλλά Cube δεν είναι. Τώρα το κλείδωνα με καλή κλειδαριά σε κλειδωμένη πόρτα με μύλο ασφαλείας και καλό λουκέτο έξτρα.Λίγα χιλιόμετρα μ' αυτό. Με φόβιζαν πλέον τα αυτοκίνητα που περνούσαν δίπλα μου και η αναπνοή τους μου πάγωνε το σβέρκο. Με το φαντασματάκι σχεδόν μόνο χαλαρές βόλτες στον ασφαλή ποδηλατόδρομο της παραλίας.
  Όσπου...
           
                                                                                                                               Κουκ




















συνέχεια »

Σάββατο 12 Αυγούστου 2017

Στην Ικαρία να πάτε

  Αύγουστος και διαβάζω τα κατορθώματα των Ικαριωτών σε σχέση με το πως αντιμετωπίζουν  την ζωή και τους επισκέπτες  του νησιού τους .
Στην Ικαρία μπορεί να μην πήγα, αλλά νωρίς  την άνοιξη βρέθηκα να χτυπάω τις πεταλιές μου στην κοιλάδα του Elbe κάπου στην Sachsen-Anhalt.
  Μια Κυριακή, μετά από 25 χιλιόμετρα περίπου σε χωματόδρομους και μονοπάτια πάνω στην σέλα και στα πετάλια, βγήκα από το δάσος και έφτασα στο Arnerburg, ένα μεσαιωνικό καστροχωριό πάνω σε ένα γύρισμα του Elbe.Τα μεσαιωνικά κτίρια, τα σπίτια και η εκκλησία ήταν πλημμυρισμένα με λουλούδια. Λίγο η άνοιξη (εκεί βέβαια  δεν καλοείχε φτάσει ακόμα) και πολύ ότι οι κάτοικοι φαίνεται ότι τα αγαπούσαν , όλο το πέτρινο χωριό κολυμπούσε στα χρώματα των λουλουδιών. Στα δε λιθόστρωτα σοκάκια, περπατούσες και νόμιζες ότι θα ξεπεταχτεί από την γωνία κάποιος ιππότης.
  Αφού περιηγήθηκα θαυμάζοντας το χωριό, την καθαριότητα και το συγύρισμα του, τα γυρίσματα του δρόμου με έβγαλαν ψηλά στο κάστρο .
Καταπληκτική θέα στο ποτάμι και σε όλη την κοιλάδα. Μάλιστα έχουν φτιάξει και ένα τεράστιο μεταλλικό μπαλκόνι για να απολαμβάνουν τη θέα οι επισκέπτες. Εκεί λοιπόν στη ρίζα του κάστρου υπήρχε το κλασικό Γερμανικό εστιατόριο. Ξεκαβάλησα, κλείδωσα και μπήκα μέσα να ζητήσω έναν καφέ. Τον ζητάω ευγενικότατα από τις δύο συμπεθερούλες που ήταν σερβιτόρες, αλλά απόκριση μηδέν. Την δεύτερη φορά που τον ζήτησα κοιτάχτηκαν μεταξύ τους, χασκογέλασαν, και μου είπαν ότι το μαγαζί δεν δίνει καφέ αλλά μόνο μπύρα, 10.30 το πρωί και άπλα δεν ξανά ασχολήθηκαν μαζί μου αφήνοντας με σύξυλο.
Χάζεψα λίγο τη θέα, πήρα τη στέγνα μου και άρχισα να κατεβαίνω. Ένα φιδογυριστό σοκάκι  με πέρασε  μπροστά από ένα θαυμάσιο Biergarden με θέα το κάστρο . Εντάξει είπα, μάλλον θα την πιω την μπύρα. Είχε και κάτι μαυροκόκκινες τοπικές, δεν έλεγε να φύγω χωρίς να τις γευτώ,  Μπαίνω μέσα με το ποδήλατο ως είθισται και κάθομαι στη λιακάδα. Ένα ζευγάρι και μια άλλη παρέα τριών ατόμων, οι μοναδικοί πελάτες του μαγαζιού. Βγαίνει η συμπεθέρα-σερβιτόρα, της κάνω νόημα να με προσέξει και να έρθει, τίποτα. Απόκριση καμία! Δεύτερη κρυάδα και αρχίζω να υποψιάζομαι. Μετά από 5-6 φορές που βγήκε και εμένα είχε ξεραθεί το χέρι μου να το έχω ψηλά μήπως και με δει, έκανε πως με πρόσεξε! Έκανε, γιατί στην πραγματικότητα δεν μου έδωσε καμία σημασία. Πέρασε το μισάωρο και αφού ασχολήθηκα λίγο να γράψω και να φωτογραφήσω το πήρα απόφαση ότι σ' αυτό το χωριό δεν..
Σηκώθηκα πήρα τον χωματόδρομο, τους άφησα πίσω μου και τους καταράστηκα: Στην Ικαρία να πάτε διακοπές ρε κιαρατάδες και να μην σας δίνει σημασία κανένας.....στην Ικαρία.

                                                                                                                                   Κουκ








συνέχεια »

Δευτέρα 6 Μαρτίου 2017

Ή το σαμάρι θα φταίει ή ο γάιδαρος. Ποτέ ο αγωγιάτης

  Χθες το βράδυ όντας σταματημένος σε ένα φανάρι στην Β. Όλγας, σταματάει δίπλα μου μια αστραφτερή μαύρη Porsche. 
  Σφίχτηκα! ίδρωσαν τα χέρια μου στο τιμόνι και η τρίχα στο σβέρκο σηκώθηκε κάγκελο. Τώρα θα ξεράσει  φωτιά και θα με κατασπαράξει σκέφτηκα. Όμως τελικά όλα κύλησαν ομαλά. Μάρσαρε δυο φορές και όταν άναψε πράσινο ξεκίνησε νωχελικά και χάθηκε μέσα στην Μ. Μπότσαρη.
  Σήμερα το πρωί στον αυτοκινητόδρομο Θεσ/νίκης-Αθηνών,  κάποιοι ατρόμητοι ή μάλλον θρασύτατοι, σταματούσαν στα πάρκινγκ για να χρησιμοποιήσουν τις τουαλέτες. Ήθελα να έχω ένα τηλεβόα και να τους προειδοποιώ: αδέρφια το νου σας, οι δράκοι κυκλοφορούν ακόμα ελεύθεροι!

   Την Καθαρά Δευτέρα πήγαμε παραλία. Να μην σας τα πολυλογώ, σαρακοστιανά, τσίπουρα, μετά κρασιά, περάσαν και κάτι πλανόδιοι βαρούσανε τα τέλια και τα ντέφια, να ξανά τα κρασιά , να και οι μπύρες μετά για τελείωμα. Στο τέλος οι βουτυράτοι την κοπανήσανε. Εμείς σκαλώσαμε στο μπαρ που βαρούσε, για μια τελευταία βότκα για το σβήσιμο. Εντάξει εγώ την ήπια με χυμό πορτοκάλι γιατί οδηγούσα και μη πέσουμε σε τίποτα ελέγχους και έχουμε τραβήγματα μέρα που ήταν. Στην επιστροφή όπως στα είπα. Είχανε μπλόκο τα "γουρούνια" και κάνανε αλκοτέστ. Ευτυχώς την πήδηξα γιατί είχανε άλλους σταματημένους και πέρασα "μπάι". Έπιασα κατευθείαν το κινητό, μπήκα στο hastang του μπαρ που ήμασταν και έγραψα για το μπλόκο και το αλκοτέστ και προέτρεψα του υπόλοιπους να πάνε από άλλον δρόμο.Φαντάζομαι έσωσα πολύ κόσμο από μπλεξίματα και προστίματα!

  Δεν μας κάθεται και κάνα λαχείο λέει ο άλλος! 
Φίλε, όποιος οδήγησε ή οδηγάει  ή μπήκε συνεπιβάτης 
στην ηλικία των 20 με 30 και είναι ακόμα ζωντανός και αρτιμελής, του έχει κάτσει ο πρώτος αριθμός του μεγαλύτερου λαχείου του κόσμου!

                                                                          KOYK









συνέχεια »

Τρίτη 31 Ιανουαρίου 2017

Μ' ένα drone στην Τσιμισκή...

  Σ' αεροπλάνο ήθελε ν' ανέβει ο Κώστας Χατζής με την πολύ ιδιαίτερη φωνή του, μερικές δεκαετίες πριν, με drone βολεύομαι εγώ. Και εξηγούμαι: από το αεροπλάνο δεν βλέπεις τίποτα. Λίγα σπίτια ή πολυκατοικίες, καμιά θάλασσα και κανένα ποταμάκι, όταν το επιτρέπει ο καιρός και πάντα από τέτοια απόσταση που δεν ξεχωρίζεις τίποτε. Όσες βόλτες κι αν κάνεις λοιπόν, πολύ λίγα θα καταλάβεις για τον τόπο που τριγυρνάς κι ελάχιστα συμπεράσματα θα βγάλεις για το πως ζουν και τι βιώνουν οι άνθρωποι-μυρμηγκάκια που θα βλέπεις από κει ψηλά. Γι' αυτό κι εγώ διαλέγω drone...
   Δεν θα το αφήσω να πετάει ψηλα. Χαμηλά το θέλω, για να ξεχωρίζει τα χαμογελαστά πρόσωπα ή τις αγέλαστες φάτσες. Να δείξει σε 10 λεπτά την Ελλάδα του σήμερα. Τις αιτίες (ή τουλάχιστον κάποιες απ' αυτές) και τ' αποτελέσματα της κακόγουστης φάρσας που έγινε σκληρή πραγματικότητα. Μια βόλτα στην Τσιμισκή αρκεί. Αρκεί για να δείξει τις ξεβαμμένες λεωφορειογραμμές που κανείς δεν δίνει σημασία. Βιαστικοί οδηγοί, σταθμευμένα για λίγο ή πολύ Ι.Χ. και βαριεστημένοι ταξιτζήδες δίνουν το στίγμα μιας χώρας που δεν μπορεί να εφαρμόσει κανένα σοβαρό μέτρο,παρά προσπαθεί να συμβιβάσει κάστες και ομάδες επαγγελματιών ώστε να ισορροπήσει χωρίς να προκαλέσει αντιδράσεις. Στο συγκεκριμένο μέτρο που εφαρμόζεται για 20 και πλέον χρόνια ή φύλαξη αντί να ενταθεί, όλως παραδόξως ατόνησε τελείως.
   Το ίδιο ξεβαμμένες κι ελάχιστα σημαντικές και οι διαβάσεις των πεζών. Παρά το ότι όλες βρίσκονται σε σηματοδότες, αν δεν είσαι ιδιαίτερα προσεκτικός δεν θα πας πολύ μακρια. Κι αν οι οδηγοί είναι μια φορά απρόσεκτοι κι απείθαρχοι, σ' αυτήν την χώρα που θέλει να λέγεται ευρωπαϊκή, οι πεζοί σπάζουν όλα τα ρεκόρ. Παιδιά, νέοι, λιγότερο νέοι αλλά και ηλικιωμένοι ξεχύνονται κυριολεκτικά μέσα στον πολυσύχναστο δρόμο έχοντας εμπιστοσύνη στην καλή τους τύχη. Τι κι αν υπάρχουν κάγκελα κι απ' τις δυο μεριές του δρόμου, προσπαθώντας να τιθασεύσουν το ατίθασο πλήθος? Βάρβαροι όλοι μας τρέχουμε και ελισσόμαστε σαν τις αντιλόπες του National Geographic, ταχύτατοι κι αέρινοι ανάμεσα στα αυτοκίνητα-λιοντάρια. Κι όταν η καλή τύχη κάποια στιγμή στερέψει, αρχίζουν τα κλάματα.
   Γενικότερα, η παιδεία μας στους δρόμους είτε ως οδηγοί είτε ως πεζοί είναι ανύπαρκτη. Χειρότερη ίσως κι από χώρες του Τρίτου Κόσμου, κι αυτό φαίνεται στον κεντρικότερο δρόμο της συμπρωτεύουσας. Στην Τσιμισκή...
  Εκεί που ο νεαρόκοσμος κάθε ηλικίας μπαινοβγαίνει κι ανακατεύει ρούχα στα Zara και τα συνεταιράκια του, εκεί που οι πιο ''ανεβασμένοι'' ακουμπάνε τις πιστωτικές τους σε πιο βαριά ονόματα κι εκεί που πολλοί περπατάνε άσκοπα ή για να νιώσουν τον αέρα της πόλης.
   Αν πάλι το drone μας πετάξει Παρασκευή ή Σάββατο βράδυ, θα τρομάξει η Ευρώπη από το μεσονύκτιο και μεταμεσονύκτιο μποτιλιάρισμα της κεντρικότερης οδού στην περισσότερο ''κτυπημένη'' από την κρίση, πόλη της Ελλάδος. Εκατοντάδες αυτοκίνητα μικρού και μεγάλου κυβισμού γεμάτα με εντυπωσιακές κοπέλες και πανέτοιμα αγόρια τρέχουν, παρκάρουν, κορνάρουν ή παραδίδουν τα κλειδιά στους πααρκαδόρους των νυκτερινών κέντρων της Πολυτεχνείου (δεν αλλάξαμε δρόμο, απλά αλλάζει όνομα η Τσιμισκή). Πώς γίνεται με 400 ευρώ μηνιάτικό ή με 330 επίδομα ανεργίας να τα κάνουμε όλα αυτά, είναι το μυστήριο της Φυλής. Πάντως τις νύχτες (και ευτυχώς, και χίλια μπράβο μας!!!) εικόνα ρημαγμένης πόλης, σε μια ρημαγμένη χώρα, δεν παρουσιάζουμε. Άλλωστε το σκοτάδι όλα τα σκεπάζει, όλα τα κουκουλώνει. Την ημέρα όμως τα πράγματα είναι αλλιώς...
   ''Ο Λαός, ο Λαός στα πεζοδρόμια κουλούρια πουλάει και λαχεία, κοπάδια στα Υπουργεία αιτήσεις για τη Γερμανία...''. Το βλέπεις, το αισθάνεσαι την ημέρα. Η χώρα φαίνεται πως υποφέρει. Κουλούρια, λαχεία, κάστανα, εικονίτσες από επαίτες, προγράμματα ομορφιάς από κορίτσια, προγράμματα τηλεφώνου από φοιτητές και τσάντες μαϊμού από Αφρικανούς μετανάστες, όλα πωλούνται στο υπαίθριο παζάρι του δρόμου-βιτρίνα της πόλης μας. Την εικόνα συμπληρώνουν οι Τσιγγάνοι εκ Βουλγαρίας που ''βοηθούν'' στην ανακύκλωση τενεκεδένιων κουτιών πριν την ώρα τους, όταν δεν πέφτουν ξαπλωμένοι με την συνήθως ανορθόγραφη χαρτονένια επιγραφή:''Πεινάω''.
   Δεν είναι δύσκολο να καταλάβεις λοιπόν πως τίποτα ή σχεδόν τίποτα δεν λειτουργεί όπως πρέπει στην πόλη και στην χώρα. Απαίδευτος κόσμος, ελάχιστα ή στρεβλά μορφωμένος, έτοιμος να πιστέψει σε παγκόσμιες συνομωσίες, αεροψεκασμούς και ''ζουν ανάμεσά μας'' προκειμένου να βρει τον φταίχτη γι' αυτό που του συμβαίνει. Εκτός από ημιμαθείς, πάντα απείθαρχοι, ζαμανφουτίστες, ξερόλες και φωνακλάδες. Με σαφή και ξεκάθαρη την εντύπωση πως είμαστε χαρισματικοί και πανέξυπνοι, σε αντίθεση με τους Κουτόφραγκους που τους έχουμε για πρωινό.
   Δεν μου το βγάζεις απ' το μυαλό πως ο Σόιμπλε κι αυτό που εκπροσωπεί, βρήκαν τον πιο ''αδύναμο κρίκο'' για να εφαρμόσουν όλα αυτά που υπαγορεύει η πολιτική τους, μα το να είμαστε εμείς ο πιο ''αδύναμος κρίκος'' είναι καθαρά ευθύνη δική μας. Με πράξεις και παραλείψεις μας, φροντίσαμε εδώ και δεκαετίες να δημιουργήσουμε ένα αντιπαραγωγικό, πελατειακό κράτος που θεωρεί κορόιδα τους συνεπείς και μάγκες αυτούς που την ''βγάζουν στον αφρό'', καθαροί κι αφορολόγητοι.
    Μα πόσο έξυπνο και πόση φαντασία μπορεί να 'χει αυτό το drone για να τα βλέπει όλα αυτά???
Ο.Κ. εντάξει...το drone που ξαμολήσαμε στην Τσιμισκή λίγα είδε κι εμείς πολλά καταλάβαμε!!! Εξάλλου τι Έλληνες είμαστε???
  Και θα 'θελα να κλείσω με κάτι πιο αισιόδοξο. Το drone σαφώς και είδε σε αρκετές γωνίες τους πωλητές της ''Σχεδία'' με τα κόκκινα γιλέκα και τα υγρά  μάτια. Όλοι τους με μια ιστορία, με δυσκολίες κι ένα ''ναυάγιο'', αλλά με πίστη και δύναμη. Νομίζω στ' αλήθεια πως είναι ό,τι πιο ελπιδοφόρο υπάρχει αυτήν την στιγμή στην Τσιμισκή...
συνέχεια »

Τρίτη 10 Ιανουαρίου 2017

Χιόνια στο καμπαναριό!!!

   Καλημέρα σας και καλή σας απόλαυση!!!
Θα το πάω εμπορικά και πιασάρικα σήμερα. Χιόνι έχει εκεί έξω??? για χιόνια θα γράψω.
Κατ' αρχάς το "καλή σας απόλαυση", ξεσηκωμένο από τα γκουρμέ εστιατόρια που δεν λένε πια ''καλή σας όρεξη'' αλλά απόλαυση, αναφέρεται σ' αυτούς που έχουν στέγη και τροφή και μπορούν να απολαύσουν έστω και λίγες στιγμές απ' αυτό το τόσο ωραίο φυσικό φαινόμενο, τις περισσότερες φορές. Για τους υπόλοιπους, καλό κουράγιο και καλή δύναμη.
   Η προσωρινή μετατροπή μας λοιπόν (και ελέω τηλεόρασης) σε Γροιλανδία, έχει πολλά ευτράπελα, τρελές υπερβολές (ίδιον γνώρισμα της φυλής) και πολλές πολλές αναμνήσεις. Για τους ρεπόρτερ και τα εξωτερικά συνεργεία που μιλάνε για δυο μέτρα χιόνι κι ας έρχεται το χιόνι ως το γόνατό τους, τα λέμε στο f/b, κοφτά και γρήγορα. Πότε γελάμε με κανένα επιτυχημένο ποστ, πότε ''παγώνουμε'' περισσότερο από καμιά κρυάδα και πότε παραμένουμε αδιάφοροι. Ας πιάσουμε τότε κουβέντα για τις αναμνήσεις...
   Δεν είναι εύκολο να γράφεις για αναμνήσεις παιδικής ηλικίας, όταν έχεις μεγαλώσει σε χωριό. Πραγματική χιονοστιβάδα οι θύμησες και δεν μπορείς να τις βάλεις σε τάξη. Θα προσπαθήσω όμως να τις ιεραρχήσω.
  Πρώτη ανάμνηση διαρκείας, τα παγωμένα χέρια. Συνεχώς και αδιακόπως τα μικρούλικα, παιδικά μας χεράκια ήταν παγωμένα. Δε' πα να μας έβαζαν εκατό γάντια οι μανάδες μας, τα χέρια ήταν μπούζι. Τα αυτιά μας επίσης. Τί κουκούλες και τί σκουφιά μας φόρτωναν δε λέγεται, όμως εμείς βρίσκαμε τον τρόπο να τα ''ξυλιάζουμε'' όλα. Τις τυχερές μας μέρες που το χιόνι σκέπαζε τους χωμάτινους δρόμους, το αρπάζαμε πάντα με γυμνά χέρια και το ''νίβαμε'' στο πρόσωπο και στ' αυτιά του άλλου για να την ''ακούσει'' κανονικά. Το μαρτύριο του Ταντάλου. 800 υπό το μηδέν. Εμείς όμως εκεί. Ούτε ξυλόσομπες ψάχναμε, ούτε πετρελαίου. Το πολύ πολύ ν' ανάβαμε καμιά φωτιά μόνοι μας, με θεότρελες πατέντες, η οποία μας ζέσταινε, μας έδινε δύναμη να συνεχίζουμε τις σατανικές μας δραστηριότητες και στο τέλος την σβήναμε με τους αυτοσχέδιους κατουρο-πυροσβεστήρες μας. Εννοείται πως οι δράσεις μας σε σχέση με τα σημερινά παιδιά ήταν απείρως ''βιαιότερες''. Οι μπάλες για τον χιονοπόλεμο είχαν πολλές φορές στο εσωτερικό τους χωματσίδες (νωπό χώμα με χορτάρι) ή ακόμη χειρότερα, πετρούλες για να ανοίγουνε κεφάλια. Οι μάχες γειτονιά με γειτονιά ήταν σκληρές και χωρίς έλεος. Πώς καταλήξαμε όλοι σώοι, είναι ανεξήγητο. Οι σταλακτίτες των σκεπών, οι λάμπες στις κολώνες και τα παγωμένα τζάμια ήταν πάντα ο αγαπημένος μας στόχος. Τις φορές που γινόμασταν αντιληπτοί και το ''κάρφωναν'' στις μανάδες μας, η σόλα της παντόφλας το βράδυ μας έκανε να μετανιώσουμε για όλα τα ανδραγαθήματα της ημέρας. Την επόμενη όμως, ξανά τα ίδια.
   Για να σας πω την αλήθεια, οι ''φλωρίστικες'' συνήθειες των παιδιών της πόλης με χιονανθρώπους, καρότα, σκουπόξυλα και κουμπιά, δεν μας λέγανε και πολλά πράγματα. Σχεδόν ''ξενέρωμα''. Τουλάχιστον σε μας τα αγοράκια. Θέλαμε κίνηση και δράση γι αυτό και παίρναμε τους δρόμους. Από το πρωί ως το βράδυ, κυρίως τις μέρες που το σχολείο έκλεινε λόγω χιονιού. Πώς δεν καταλήξαμε με πνευμονία είναι ένα άλλο θέμα προς διερεύνηση.
   Το ποδόσφαιρο με χιόνι ήταν πραγματική αποθέωση, αλλά συνήθως το παρατούσαμε νωρίς για να ανεβούμε στην πλαγιά (την αριστερή καθώς βλέπουμε το βουνό). Από την κορυφή της πλαγιάς είχε και έχει ακόμη, μια καταπληκτική θέα. Βλέπεις όλο το χωριό, τους δρόμους με τα δέντρα και τη μεγαλύτερη έκταση της λίμνης Βόλβης. Το θέαμα από μόνο του ήταν πάντα εντυπωσιακό, πολλώ δε μάλλον όταν τα έβλεπες όλα κάτασπρα. Πραγματική τρέλα. Ήσουν έτοιμος για όλα. Τέτοιο θάρρος και έπαρση. Δεν καταλάβαινες τίποτα. Άρπαζες την άδεια σακκούλα χόντρού νάυλον από λιπάσματα, την έκανες αυτοσχέδιο έλκηθρο και κατέβαινες την πλαγιά με όλα τα γκάζια. Όσο περνούσε η ώρα και η πίστα πατιότανε και πάγωνε, η ταχύτητα καθόδου ανέβαινε και οι βούτες πολλαπλασιαζότανε. Κάποιοι λόγω ευαισθησίας πωπού, βάζανε άχυρο μέσα στη σακκούλα και το ελκηθράκι γινότανε ''χλιδάτο''. Η κατάβαση συνεχιζόταν ακόμη και τις μέρες που το χιόνι έλιωνε και καταλήγαμε στο τέλος να σερνόμαστε σε χώματα και πέτρες, ευτυχώς όχι με την οδυνηρή κατάληξη του Σούμαχερ.
    Νομίζω πως το όλο επιχείρημα έκρυβε κάποιους κινδύνους μα ευτυχώς δεν το ξέρανε οι γονείς μας και γλυτώσαμε τις λιποθυμίες.
  Μεγαλώνοντας τα πράγματα άλλαξαν. Τις χιονισμένες μέρες αλλάζαμε πλαγιά (δεξιά καθώς ανεβαίνουμε, Άγιος Ευθύμης) παίρναμε τα φορητά κασετόφωνα,τη φου-φού, τις μπριζολίτσες και τις ρετσινούλες και δεν μας σταματούσε κανείς. Τρεις λαλούν και δυό χορεύουν. Σκοτείνιαζε, η θέα απ' τα αναμένα φώτα πάντα υπέροχη, τα σκυλιά να ακούγονται σχεδόν τρομακτικά και μεις γύρω απ' τη φωτιά να λέμε ιστορίες που δεν τελειώνουν ποτέ. Τέλεια.
  Πολλοί πιστεύουν πως λόγω υπερθέρμανσης, θερμοκηπίου κ.λ.π. το κρύο και τα χιόνια είναι λιγότερα κι ότι το κλίμα έχει αλλάξει δραματικά. Πιθανώς να 'ναι κι έτσι, αλλά νομίζω πως περισσότερο και με το πέρασμα των χρόνων, άλλαξε η ζωή κι ο τρόπος που βλέπουμε τα πράγματα.. Οι πιο πολλοί δρόμοι ακόμη και στα χωριά είναι πια ασφάλτινοι, τα σπίτια έχουν κεντρική θέρμανση και είναι πιο ζεστά (αν και τελευταία τα πράγματα ζόρισαν κάπως) και οι γονείς είναι πιο ''υποψιασμένοι'' για να αφήνουν 8χρονα και 10χρονα να γυρίζουν όλη μέρα μέσα στα χιόνια.
   Να μην σας κουράσω παραπάνω με πράγματα που λίγο-πολύ τα κάνατε κι εσείς (τουλάχιστον όσοι μεγαλώσατε στα '70-'80ς κι ακόμη περισσότερο, όσοι είχατε την τύχη να μεγαλώσετε ή να έχετε επαφή με χωριό), νομίζω πάντως πως αυτές οι αναμνήσεις παιδικών, κυρίως, χρόνων έχουν αξία ανεκτίμητη, είναι ''πλούτος'' και ''τροφή''.
Υ.Γ. Το χωριό στο οποίο αναφέρομαι οι πιο πολλοί από σας το καταλάβατε εύκολα. Για τους υπόλοιπους φίλους, να πω πως είναι το χωριό που μεγάλωσα, λέγεται Νέα Μάδυτος και βρίσκεται στις όχθες της λίμνης Βόλβης, στο Νόμο Θεσσαλονίκης. Το ότι είναι πανέμορφο το καταλάβατε ήδη...
                                                                                                                            C.R.
συνέχεια »

Τετάρτη 4 Ιανουαρίου 2017

Είμαι ό, τι διαβάζω

Το εμβατήριο του Ραντέτσκυ του J.Roth.
Eνα πολύ καλό ανάγνωσμα, που στέκεται αρκετά ψηλά στη λίστα με τα καλύτερα βιβλία που έχω διαβάσει. Λογοτεχνία πραγματική!
Κατ' αρχήν ο Roth. Γερμανόφωνος Εβραίος από την επικράτεια της Αυστρουγγαρίας. Πολύ εκφραστικός συγγραφέας και επιφυλλιδογράφος της καλής γενιάς της Βιέννης του πρώτου μισού του 20ου αιώνα.  Σκέψη και πράξη ανακατεύονται με μεγάλη μαεστρία από την πένα του. Οι χαρακτήρες του ψυχογραφημένοι και  διάφανοι σε κάθε τους λεπτομέρεια.
Αντισυμβατικός, κατήγγειλε τους Ναζί και  εγκατέλειψε την Γερμανία για πάντα  την πρώτη μέρα που ανέβηκε στην εξουσία ο Χίτλερ το 1933. Πέθανε κατεστραμμένος από το αλκοόλ όπως ακριβώς το είχε προβλέψει.
  Ήθελα τα μεγάλα έργα του. Όπως ξεκινάς σχεδόν πάντα με έναν καινούριο για 'σένα  συγγραφέα και διαβάζεις τα έργα, που είναι τα πιο γνωστά του και αν σου αρέσει, εντρυφείς στις νουβέλες του και τον ψάχνεις περισσότερο.
 Τον τριγύριζα καιρό αλλά στην "τελειωμένη" Πρωτοπορία που σύχναζα τελευταία, λόγω χαμηλών τιμών να τα λέμε κι αυτά, δεν τον είχαν ποτέ.
Βρήκα κάποια στιγμή τον "Θρύλο του Αγίου Πότη" και είπα να ξεκινήσω ανάποδα αυτή την φορά, από μια νουβέλα. Αποκάλυψη! Λυρισμός και σκληρή πραγματικότητα. Εκεί ο Roth προέβλεψε τον θάνατό του βάζοντας τον αφηγητή να λέει: "Ας έχουμε όλοι οι πότες ένας ήσυχο και γαλήνιο θάνατο σαν κι αυτόν".
Συνέχισα γρήγορα  με τα "Βερολινέζικα χρονικά". Επιφυλλίδες που με πολύ κοφτερό μάτι και πολύ στρογγυλή πένα, μας περιγράφουν το Βερολίνο του 1920.
Ώσπου, αφού ξεκόλλησα από την Πρωτοπορία, πήρα στα χέρια μου το 'Εμβατήριο"
Ιστορικό, γιατί μας δίνει την Αυστροουγγαρία στα τελευταία της. Μια μεγάλη κοσμοπολίτικη  αυτοκρατορία στην κεντρική Ευρώπη, που ελάχιστα ξέρουμε στην Ελλάδα γι΄αυτήν. Ας είναι καλά ο Roth και ο Τσβάιχ που μας την περιγράφουν. Στο Εμβατήριο, μέσα από τις 3 γενιές των ηρώων, έχουμε εικόνα για πραγματικά γεγονότα όπως τα έζησαν αυτοί.
Κοινωνικό γιατί μας δίνει μια σαφή εικόνα της ταξικής διαστρωμάτωσης της, ελίτ που είναι τελείως ξένη με το υπόλοιπο σώμα, του χωριάτη, του έμπορα, του τοκογλύφου, του αγωνιζόμενου εργάτη .
  Περιγράφει πως ήταν φυσιολογικό μέχρι και οι κατώτατοι αξιωματικοί να έχουν ορντινάντσες. Πως  οι διορισμένοι τοπάρχες της διοίκησης είναι απόλυτοι άρχοντες του τόπου ενώ είναι
 ξεκομμένοι τελείως από το κοινωνικό σώμα και την απόλυτη εξουσία του στρατού σε θέματα τιμής και υπόληψης.
Οι αποκομμένες ελίτ, όπως σε κάθε κοινωνία, ζούνε από την εξουσία και για την εξουσία νομίζοντας ότι τα δικά τους θέλω, η μη κίνηση και ο συντηρητισμός, είναι αυτομάτως και θέλω όλων των υπόλοιπων. Όταν ανακαλύπτουν ότι οι σαρωτικές αλλαγές τους υπερφαλαγγίζουν, νιώθουν ότι δεν χωράνε σ' αυτόν τον κόσμο.
Μέσα από τους χαρακτήρες της ιστορίας και τις ζωές τους, ζούμε το τέλος της εποχής των multi culti  αχανών αυτοκρατοριών. Εποχή που θα αντικατασταθεί πλέον από αυτήν των συνόρων και  των Εθνικών κρατών. Ο Roth είναι τόσο μαέστρος, που σε πολλές σκηνές στο Εμβατήριο, νομίζεις ότι συμμετέχεις!
 400 χορταστικές σελίδες και ένα μεγάλο ταξίδι.


                                                                                                                           Κουκ
















συνέχεια »