Τρίτη 16 Ιουλίου 2013

Πόσο ρεύμα καίνε 20 λάμπες;



Οι θεατές έρχονται, με τα καρεκλάκια τους (όπως θυμάμαι τις μεγαλύτερες σε ηλικία γυναίκες σε διάφορες εκδηλώσεις του χωριού) στο θέατρο “Μάδυτος”. Η είσοδος του θεάτρου εντυπωσιακή, μια αψίδα δέντρων να σχηματίζεται, κάτω απ' την οποία περνά ο κόσμος και παίρνει ένα είδος ευλογίας. Πέρασμα ανάλογο με αυτά των θρησκευτικών τελετουργικών (κάτω από τον επιτάφιο, κάτω από το πετραχήλι του ιερέα). Ο δρόμος τους οδηγεί σε ένα έμβλημα του Ελλησπόντου – έργο τέχνης από επεξεργασμένο μέταλλο.
Εκεί στήνουν τα καρεκλάκια, σε κατάλληλη απόσταση από το έμβλημα. Καταλαβαίνουν ότι αυτό θα αποτελεί την αυλαία του θεάτρου. Άλλοι θα το παρομοίαζαν με τέμπλο ναού. Περιμένουν να δουν τη παράσταση. Οι προσδοκίες μεγάλες. Τους δημιουργήθηκαν από την επιβλητική είσοδο και από το γεγονός ότι στο βάθος, πίσω από την αυλαία τη διάφανη, φαίνεται ότι κάτι υπάρχει. Προφανώς θα ετοιμάζεται η παράσταση.
Αφού καλλιεργήσει τη προσδοκία του με φανταστικές εικόνες από την παράσταση που πρόκειται να δει, λίγο αργότερα αρχίζει να ανησυχεί. Δε βλέπει να κινείται τίποτα στο βάθος, ενώ αρχίζει να σουρουπώνει. Ούτε φώτα βλέπει να ανάβουν. Κάποια στιγμή και υπό το φόβο μήπως η παράσταση αναβλήθηκε, αποφασίζει να αφήσει το καρεκλάκι και να πάει στα παρασκήνια να ρωτήσει, να δει τι συμβαίνει.
Καθώς περνάει πίσω από την αυλαία, η ανησυχία του μεγαλώνει. Έχει ήδη νυχτώσει. Ούτε ένα φως. Ούτε ένας άνθρωπος. Συνεχίζει και βλέπει κάτω, καθώς περπατάει στο σκοτάδι. Αν ήταν να παιχτεί η παράσταση δεν θα είχαν προετοιμάσει το σανίδι της σκηνής; Δε θα είχαν μπαλώσει τις τρύπες; Δε θα είχαν καθαρίσει; Παρακάτω διαπιστώνει ότι λείπουν οι λάμπες. Φαίνεται ότι κάποτε είχε λάμπες. Δε θα υπήρχαν και δε θα άναβαν αν ήταν να παιχτεί η παράσταση; Πρέπει να είναι καιρό κλειστό το θέατρο.
Συνεχίζοντας στο δρόμο δεν βλέπει κίνηση. Μόνο μετά από λίγη ώρα συναντά κάποιες φιγούρες. Σκυθρωπές, συνοφρυωμένες, δεν του ρίχνουν ούτε ένα βλέμμα. Κάτι τους απασχολεί. Κάτι σχετικό, υποθέτει, με την παράσταση. Μεγάλη σιωπή. Μόνο μια φιγούρα του ρίχνει ένα φευγαλέο βλέμμα, ίσως και από λάθος. Αλλά σ' αυτό το βλέμμα πρόλαβε να διακρίνει τι ήθελε να πει: “Τι θες και συ τώρα; Μη τολμήσεις να μιλήσεις, κανείς δεν έχει τη διάθεσή σου.”
Όμως άλλα πράγματα του είχαν περιγράψει για το θέατρο αυτό. Για ηθοποιούς εύθυμους, αγέρωχους, που πατούσαν γερά στο σανίδι. Που τέτοια περίοδο περπατούσαν πάνω-κάτω στη σκηνή και έκαναν τη λεγόμενη “βόλτα”. Πάνω στη βόλτα τους συζητούσαν όλα τους τα προβλήματα, τους προβληματισμούς, μοιράζονταν χαρές, λύπες, τα νέα του χωριού, σχολίαζαν τις εκδηλώσεις, τις ειδήσεις, κανόνιζαν τις δουλειές τους..... Έτσι όπως του το περιέγραψαν κατάλαβε ότι με την παράσταση “Βόλτα” δίδασκαν στους θεατές πως δεν χρειάζεται κινητό τηλέφωνο, ούτε προσωποβιβλίο... για να ζήσεις.
Τι να υποθέσει; Ότι έκλεισε το θέατρο; Ότι δεν βρίσκουν πια θεατές; Ότι δεν θέλουν να περπατάνε; Ότι δεν έχουν σενάριο για την παράσταση, θέματα να συζητήσουν; Ότι δεν έχουν ηθοποιούς; Μήπως κάνουν περιοδεία αλλού; Μήπως δεν έχουν λάμπες; Μήπως δεν έχουν λεφτά για το ρεύμα που καίνε οι λάμπες; Πόσο κάνει το ρεύμα που καίνε 20 λάμπες; Πόσο κάνει η διάθεση του ανθρώπου;

(Παρακαλώ οι αποτιμήσεις της διάθεσης ή της ζωής του ανθρώπου να γίνονται σε Ευρώ.)

                                                                                                                                              Γ.Χ.Κ

1 σχόλιο:

  1. Η πιο δύσκολη στιγμή για έναν ηθοποιό είναι όταν συνηδειτοποιήσει ο,τι η σκηνή του είναι τώρα, και δεν κρατάει περισσότερο από όσο θέλει ένα σπίρτο ν ανάψει και να σβήσει, και αυτή γίνεται τόσο εύκολη όταν καταλάβει πως επάνω στην σκηνή δεν είναι μόνος του, αλλά παίζει μαζί με άλλους ηθοποιούς και έχει και την βοήθεια τεχνικών, φωτιστών, ηχολήπτη σκηνοθέτη κτλ κτλ

    ΑπάντησηΔιαγραφή